Το «Σίλβερβιου» (εκδόσεις Bell), το τελευταίο μυθιστόρημα του κορυφαίου Βρετανού συγγραφέα John le Carré (1931-2020), μοιάζει με αποχαιρετισμό. Ο δημιουργός του θρυλικού μυθιστορήματος «Ο κατάσκοπος που γύρισε από το κρύο» και της τριλογίας με ήρωα τον αντισυμβατικό πράκτορα Σμάιλι, των έργων, δηλαδή, που τον καθιέρωσαν ως μετρ της κατασκοπικής λογοτεχνίας του 20ού αιώνα, αποχαιρετά τους αναγνώστες του με μια λεπτοδουλεμένη, ώριμη και χαμηλών τόνων ιστορία.
Ταυτόχρονα, το 26o μυθιστόρημά του απηχεί έναν κόσμο που δεν υπάρχει πια. Αρκεί να σκεφτούμε ότι η παλιά «τέχνη» της κατασκοπείας, που έφτασε στο απόγειό της κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, έχει εξελιχθεί στην τεχνολογική εποχή μας σε πραγματικό πόλεμο με κυβερνοεπιθέσεις, μαζική διάδοση ψευδών πληροφοριών και καταστροφικές επεμβάσεις στην πολιτική ζωή αρκετών χωρών.
Το πιο αξιοσημείωτο επίτευγμα του βιβλίου, ωστόσο, δεν αφορά τον τρόπο με τον οποίο ο συγγραφέας παρουσιάζει τη μεταμόρφωση των μυστικών υπηρεσιών, αλλά τη λογοτεχνία και τη φύση της αφηγηματικής τέχνης.
Παρουσίαση, από τον Γιώργο Καρουζάκη
Το «Σίλβερβιου» (εκδόσεις Bell), το τελευταίο μυθιστόρημα του κορυφαίου Βρετανού συγγραφέα John le Carré (1931-2020), μοιάζει με αποχαιρετισμό. Ο δημιουργός του θρυλικού μυθιστορήματος «Ο κατάσκοπος που γύρισε από το κρύο» και της τριλογίας με ήρωα τον αντισυμβατικό πράκτορα Σμάιλι, των έργων, δηλαδή, που τον καθιέρωσαν ως μετρ της κατασκοπικής λογοτεχνίας του 20ού αιώνα, αποχαιρετά τους αναγνώστες του με μια λεπτοδουλεμένη, ώριμη και χαμηλών τόνων ιστορία.
Ταυτόχρονα, το 26ο μυθιστόρημά του απηχεί έναν κόσμο που δεν υπάρχει πια. Αρκεί να σκεφτούμε ότι η παλιά «τέχνη» της κατασκοπείας, που έφτασε στο απόγειό της κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, έχει εξελιχθεί στην τεχνολογική εποχή μας σε πραγματικό πόλεμο με κυβερνοεπιθέσεις, μαζική διάδοση ψευδών πληροφοριών και καταστροφικές επεμβάσεις στην πολιτική ζωή αρκετών χωρών.
Το βιβλίο του John le Carré επισημαίνει, μεταξύ άλλων, την ηθική διάσταση της μετάβασης από έναν παλιό κόσμο σε έναν νέο, και παρουσιάζει τις σημερινές μυστικές υπηρεσίες (όπως εύστοχα σημειώνει ο γιος του συγγραφέα, Nick Cornwell, στον επίλογο του βιβλίου) ως κατακερματισμένες και γεμάτες πολιτικές κλίκες, στις οποίες «οι κατάσκοποι έχουν χάσει τη βεβαιότητά τους για το τι σημαίνει η χώρα και ποιοι είμαστε κατά βάθος».
Το πιο αξιοσημείωτο επίτευγμα του βιβλίου, ωστόσο, δεν αφορά τον τρόπο με τον οποίο ο συγγραφέας παρουσιάζει τη μεταμόρφωση των μυστικών υπηρεσιών, αλλά τη λογοτεχνία και τη φύση της αφηγηματικής τέχνης. Σε αυτό το ύστατο έργο του διακρίνεται με μεγαλύτερη διαύγεια η γνώριμη πρόθεση του συγγραφέα να χρησιμοποιεί τη μορφή της κατασκοπικής ιστορίας για να επιτύχει κάτι ευρύτερο, υπερβαίνοντας την ένταση της εξωτερικής δράσης, τα γεγονότα και τις ανατροπές της πλοκής. Με στόχο να προσεγγίσει, τελικά, με ακρίβεια τις εσωτερικές εντάσεις, τα ηθικά διλήμματα, την ψυχική θερμοκρασία και την αμφιθυμία των χαρακτήρων του.
Η ιστορία του βιβλίου κατοικείται από χαρακτήρες που οι αναγνώστες συναντούν συχνά στον λογοτεχνικό κόσμο του John le Carré: ένας πρώην trader του λονδρέζικου City, ο Τζούλιαν Λόνζλι, εγκαταλείπει τον κόσμο του κέρδους στα τριάντα τρία του χρόνια για να γίνει βιβλιοπώλης σε μία παραθαλάσσια πόλη της Ανατολικής Αγγλίας. Ένας παράξενος επισκέπτης, ο οποίος ισχυρίζεται ότι είναι παλιός φίλος του πατέρα του Λόνζλι, εισβάλλει στην καθημερινή ζωή του βιβλιοπώλη. Και τελικά τον πείθει να χρησιμοποιήσει το υπόγειο του βιβλιοπωλείου για να ξεκινήσει μια βιβλιοφιλική λέσχη με τον πομπώδη τίτλο «Δημοκρατία της Λογοτεχνίας». Το όνομα του αινιγματικού βιβλιόφιλου είναι Έντουαρντ Έιβον και υπήρξε πράκτορας των βρετανικών μυστικών υπηρεσιών.
Σε μια παράλληλη αφήγηση – ο συγγραφέας κάνει φειδωλή χρήση της τριτοπρόσωπης αφήγησης χωρίς να δίνει στον αναγνώστη πρόσβαση στο εύρος των σκέψεων και των προθέσεων των ηρώων του- ο Στιούαρτ Πρόκτορ, επικεφαλής ενός τμήματος των μυστικών υπηρεσιών, ενημερώνεται για μία επικίνδυνη διαρροή πληροφοριών. Και το ενδιαφέρον του στρέφεται γρήγορα στο μικρό βιβλιοπωλείο του Λόνζλι και στη φιλική του σχέση με τον ηλικιωμένο Έιβον.
Το βιβλίο συντίθεται από μικρά κεφάλαια παράλληλων αφηγήσεων, με ήρωες που μοιάζουν, ως ένα σημείο, ξένοι ή άγνωστοι μεταξύ τους. Σε κάθε κεφάλαιο, η πλοκή χτίζεται αργά, αλλά αριστοτεχνικά, με τον συγγραφέα να υφαίνει κομμάτι- κομμάτι, ανάμεσα σε καθημερινές συζητήσεις, σε περιγραφές της φύσης, και στη συμπεριφορά των ηρώων, τις πολύτιμες ψηφίδες πληροφοριών που θα αποκαλύψουν στο τέλος ολόκληρη την εικόνα. Ακόμη και αν στην επιφάνεια της αφήγησης όλα μοιάζουν να βρίσκονται σε μιαν ελεγχόμενη ροή, μικροί κραδασμοί έντασης ενορχηστρώνουν βραδυφλεγώς την κατάληξη της ιστορίας. Πρόκειται όμως για ένα τέλος εξίσου αμφίσημο, ανοιχτό σε διαφορετικές ερμηνείες και αντάξιο ενός συγγραφέα που κατάφερε να αναδείξει τις «ταπεινές», και εν πολλοίς απαξιωμένες, κατασκοπικές ιστορίες σε υψηλή τέχνη.
Ερωτήσεις, αφορμή για συζήτηση, από τον Γιώργο Καρουζάκη
© Copyright 2001-2022 Θαλής + Φίλοι.
designed & developed by ELEGRAD