Πώς μπορεί να εξελιχθεί η ιστορία ενός βιβλίου στο οποίο ορισμένοι από τους ήρωες έχουν ονόματα όπως Κάσσος Μπριλάντης, Λένος Στώκος, Λη Βάις, Εσφιγμένη Χιλανδαρίου και Ναπολέων Μπουκαλιόν; Στο νέο μυθιστόρημα «Οι Συνωμότες του Μητροπολιτικού Πάρκου» (εκδόσεις Έναστρον) του συγγραφέα και μαθηματικού Στάμου Τσιτσώνη, η "ονοματοδοσία" των ηρώων είναι συμβατή με όσα συμβαίνουν στην υβριδική, διφορούμενη ιστορία του βιβλίου.
Ο συγγραφέας περιγράφει με μια ζωντανή, γλαφυρή γλώσσα, συχνά με παιγνιώδη διάθεση, ορισμένες κωμικοτραγικές όψεις της πραγματικότητας. Το μυθιστόρημα, το οποίο δεν εντάσσεται εύκολα σε κάποιο γνωστό λογοτεχνικό γένος, συνδυάζει με ευρηματικό τρόπο ετερόκλητα γεγονότα και καταστάσεις.
Πολλά από αυτά, θα μπορούσαν να συμβούν στο μέλλον, στις αρχές του 2050 που διαδραματίζεται η ιστορία του βιβλίου, αν και ο αναγνώστης έχει την αίσθηση ότι ορισμένα απ’ όσα διαβάζει έχουν ήδη συμβεί στο παρελθόν ή εξακολουθούν να συμβαίνουν σήμερα, στο παρόν. Εξάλλου, το νοητικό παιχνίδι ανάμεσα στο παρελθόν και στο μέλλον, στο οικείο και στο ανοίκειο, στο κωμικό και στο τραγικό, στη φαντασία και στην πραγματικότητα παραμένει ενεργό καθ’ όλη τη διάρκεια της αφήγησης.
Παρουσίαση, από τον Γιώργο Καρουζάκη
Πώς μπορεί να εξελιχθεί η ιστορία ενός βιβλίου στο οποίο ορισμένοι από τους ήρωες έχουν ονόματα όπως Κάσσος Μπριλάντης, Λένος Στώκος, Λη Βάις, Εσφιγμένη Χιλανδαρίου και Ναπολέων Μπουκαλιόν; Στο νέο μυθιστόρημα «Οι Συνωμότες του Μητροπολιτικού Πάρκου» (εκδόσεις Έναστρον) του συγγραφέα και μαθηματικού Στάμου Τσιτσώνη, η “ονοματοδοσία” των ηρώων είναι συμβατή με όσα συμβαίνουν στην υβριδική, διφορούμενη ιστορία του βιβλίου.
Ο συγγραφέας περιγράφει με μια ζωντανή, γλαφυρή γλώσσα, συχνά με παιγνιώδη διάθεση, ορισμένες κωμικοτραγικές όψεις της πραγματικότητας. Το μυθιστόρημα, το οποίο δεν εντάσσεται εύκολα σε κάποιο γνωστό λογοτεχνικό γένος, συνδυάζει με ευρηματικό τρόπο ετερόκλητα γεγονότα και καταστάσεις. Πολλά από αυτά, θα μπορούσαν να συμβούν στο μέλλον, στις αρχές του 2050 που διαδραματίζεται η ιστορία του βιβλίου, αν και ο αναγνώστης έχει την αίσθηση ότι ορισμένα απ’ όσα διαβάζει έχουν ήδη συμβεί στο παρελθόν ή εξακολουθούν να συμβαίνουν σήμερα, στο παρόν. Εξάλλου, το νοητικό παιχνίδι ανάμεσα στο παρελθόν και στο μέλλον, στο οικείο και στο ανοίκειο, στο κωμικό και στο τραγικό, στη φαντασία και στην πραγματικότητα παραμένει ενεργό καθ’ όλη τη διάρκεια της αφήγησης.
Η Ελλάδα, στη Συνομοσπονδία της Ενωμένης Ευρώπης του 2050, αποτελεί πλέον ένα καντόνι ελβετικού τύπου. Διοικείται από την Επιτροπή των Ενδόξων, ενώ, όπως σημειώνεται στην εισαγωγή του βιβλίου, «αυτή η κοινωνία του κοντινού μέλλοντος έχει διαχωριστεί σε επίπεδα Α, Β, Γ με βάση τον αύξοντα βαθμό ηλιθιότητας και έχει εντάξει το είδος τού εντελώς ηλιθίου ανθρώπου σε μια ξεχωριστή κατηγορία (Επίπεδο Η)». Με αυτή την προϋπόθεση, ο αναγνώστης είναι προετοιμασμένος για τα πιο απροσδόκητα γεγονότα σε μια οργιαστική πλοκή ανατρεπτικών καταστάσεων, περιστατικών και συμπεριφορών. Η βλακεία προκαλείται, στη φανταστική κοινωνία του συγγραφέα, από έναν ιό (Goovid 45) που παίρνει τη μορφή επιδημίας και μεταβάλλει τη σκέψη των ανθρώπων με την πάροδο του χρόνου.
Στο πλέγμα αυτό, το οποίο ο συγγραφέας υφαίνει με οίστρο και ενίοτε σχολιάζει με τη δυνατότητα της τριτοπρόσωπης αφήγησης, αναδύονται συνωμοσίες, φόνοι, ραδιουργίες, αυταπάτες, επαναστατικές οργανώσεις και παρανοήσεις, καθώς και μια ποικιλία χαρακτήρων: από τους πλέον καλοσυνάτους και αγαθούς μέχρι τους πιο εξουσιομανείς, κακόβουλους και ιδιοτελείς.
Ο συγγραφέας συνθέτει μια πολύχρωμη σάτιρα, ένα ψηφιδωτό της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Η επιλογή του μελλοντικού χρόνου, καθώς και ο φουτουριστικός απόηχος μιας χώρας φανταστικής και ρεαλιστικής ταυτόχρονα, βοηθούν τον αναγνώστη να αποστασιοποιηθεί από τις οικείες καταστάσεις που αναγνωρίζει στην αφήγηση, τους επίκαιρους υπαινιγμούς και τις έμμεσες αναφορές σε πρόσωπα από την πραγματική ζωή. Σιγά-σιγά, με τη σειρά του συνθέτει μια ευρύτερη εικόνα. Αυτό που αποκομίζει δεν είναι απαραίτητα μια ζοφερή αίσθηση ή μόνο μία σκοτεινή, απαισιόδοξη παραδοχή για το μέλλον της χώρας και της ανθρωπότητας.
Η βλακεία, αν την αναδείξουμε ως κεντρικό θέμα στο υπόστρωμα της αφήγησης, αποτελεί άλλωστε συστατικό της ανθρώπινης φύσης, γνώριμο σε όλους μας. Μπορεί, σύμφωνα με τη ρήση του Γκαίτε που διαβάζουμε στην πρώτη σελίδα του μυθιστορήματος, «να εξηγήσει τόσα πολλά…», αλλά δεν έπαψε, μοιραία ίσως, να επηρεάζει ή να διαμορφώνει την ιστορία του ανθρώπινου είδους. Διάφορες γνώριμες πτυχές της κυριαρχούν και δίνουν χρώμα στους «Συνωμότες του Μητροπολιτικού Πάρκου» μέσα από ήρωες που δρουν ανενόχλητοι, συχνά με περίσσιο θράσος μπροστά μας, με την ψευδαίσθηση ή τη βλακώδη βεβαιότητα ότι δεν τους παρατηρεί κανείς.
Ερωτήσεις, αφορμή για συζήτηση, από τον Γιώργο Καρουζάκη
Συνέντευξη στον Γιώργο Καρουζάκη
Ένα αυτοκινητιστικό δυστύχημα στην παραλιακή λεωφόρο και ο φόνος ενός διακεκριμένου πολιτικού και επιστήμονα ενεργοποιούν τη δράση στο νέο μυθιστόρημα του συγγραφέα και μαθηματικού Στάμου Τσιτσώνη. Τα ρεαλιστικά στοιχεία της αφήγησης δίνουν την αφορμή στον συγγραφέα να ενορχηστρώσει, με οίστρο και φαντασία, μία σάτιρα οργιαστικής πλοκής για τη χώρα και την εποχή που ζούμε.
Είναι ένα βιβλίο ευγενούς αγανάκτησης, κύριε Καρουζάκη. Μιας αγανάκτησης που εκδηλώνεται με σάτιρα, πικρό χιούμορ, σαρκασμό αλλά και πολύ έντονο προβληματισμό για το μέλλον της δύσμοιρης πατρίδας μας. Πρόκειται για μια μελλοντική εκδοχή μιας κοινωνίας όπου πρυτανεύουν η αδιαφορία, η τυφλή υποταγή σε απολιθωμένα πολιτικά τοτέμ, η φοβική αδυναμία απαγκίστρωσης από επικίνδυνες συναισθηματικές αγκυλώσεις και οι οποίες τελικά λειτουργούν αντίθετα στον λόγο που τις διατηρεί ζωντανές.
Οι δόλιες συμπεριφορές, κάποιων από τους ήρωές μου, απομυθοποιούν πρόσωπα και τίτλους και υποτάσσονται στην ηδονή της προσωπικής ευμάρειας. Αυτά τα χαρακτηριστικά μετέφερα στο βιβλίο, ως αντανακλάσεις μιας ζοφερής πραγματικότητας που εξελίσσεται πίσω από τις κουρτίνες ενός μελλοντικού πολιτικού σκηνικού. Μετέτρεψα λοιπόν την αγανάκτηση σε σενάριο περιγραφής της φανταστικής ζωής των ηρώων ενός κωμικοτραγικού θιάσου της μελλοντικής κοινωνίας που αποκλίνει ελάχιστα από τη σημερινή.
Δεν ξέρω αν πρέπει να εντάξω τους «Συνωμότες» σε κάποιο συγκεκριμένο λογοτεχνικό είδος, άλλωστε δεν είναι απαραίτητο. Μπορεί κάποιος αναγνώστης να μονολογήσει με απορία (μήπως είναι έτσι τα πράγματα και δεν το έχω καταλάβει;), κάποιος άλλος να σταθεί στο χιουμοριστικό μοτίβο που το χαρακτηρίζει, έτερος να προβληματιστεί αναγνωρίζοντας πρόσωπα και καταστάσεις που συμβαίνουν γύρω του έχοντας συνηθίσει να τις ανέχεται, και κάποιος άλλος να σταθεί στην ως ένα βαθμό περίεργη πλοκή του.
Το κοντινό μέλλον που αναφέρατε κύριε Καρουζάκη, το φαντάστηκα ως μια εκδοχή οδυνηρής μετεξέλιξης του σήμερα, που δεν τη βρίσκω ολότελα απραγματοποίητη. Το παρελθόν πεισμώνει τους ανθρώπους που αναζητούν σε αυτό ιδεολογικά κρατήματα για να επιβιώσουν πολιτικά. Το παρόν δεν υπάρχει. Είναι αυτομάτως παρελθόν. Τι μένει λοιπόν; Το μέλλον που μπορεί κανείς να το πλάσει στη φαντασία του όπως θέλει – πόσο μάλλον σε ένα βιβλίο – ζωγραφίζοντας στον παρθένο καμβά του φιγούρες – μίζερες αντανακλάσεις του σήμερα -που έχουν εγκατασταθεί από χρόνια στη συνείδησή μας ως «απαραίτητες», φωτισμένες με τα γνωστά γαλάζια, πράσινα, κόκκινα, ροζ φώτα.
Άμεσα συνδεδεμένη με την προηγούμενη θα είναι η απάντησή μου. Απλώς τον σημερινό κόσμο τον ζούμε και έχουμε τα παραδείγματα χειροπιαστά. Συνεπώς, δε χρειάζεται να εξαντλήσει κάποιος τη φαντασία του για να εικάσει πως σε λίγα χρόνια ενώ τα πρόσωπα θα έχουν αλλάξει, οι πρακτικές του σήμερα διατηρούν τη βασανιστική αποτελεσματικότητά τους.
Στη μελλοντική αυτή κοινωνία, η ηλιθιότητα – με τη μορφή μιας αειθαλούς ίωσης – είναι η καλύτερη δικαιολογία για να καλυφθεί η ανεπάρκεια, η δολιότητα, η υστεροβουλία, ο φθόνος. Είναι όμως και ένας κακόβουλος χαρακτηρισμός, μια αφορμή ίσως, για να κατηγοριοποιηθούν αδίκως ως ηλίθιοι πολλοί άνθρωποι.Η κατηγοριοποίηση των ανθρώπων σε επίπεδα ηλιθιότητας, στη μελλοντική αυτή κοινωνία γίνεται ωμά και στυγνά με τις ευλογίες της εξουσίας. Ωστόσο, και σήμερα η κατηγοριοποίηση αυτή ισχύει, μόνο που δε δηλώνεται με θεσμικό τρόπο, αλλά με κάτι πιο ύπουλο και χειρότερο. «Ανεπαισθήτως» όπως έλεγε ο μεγάλος Αλεξανδρινός, έχουν από χρόνια δημιουργηθεί στεγανές δομές, ειδικά στην πολιτική και στα ΜΜΕ, όπου οι ηλίθιοι κυκλοφορούν προσποιούμενοι τους ειδικούς και οικειοποιούμενοι την περιωπή του «δημοσίου προσώπου».
Ουδέν καλόν αμιγές κακού. Το επικοινωνιακό χάος είναι ένα «αναγκαίο» κακό που βρίσκει όσους δε φροντίζουν να επιβιβαστούν έγκαιρα στο τρένο της τεχνολογίας και να αξιοποιήσουν την ταχύτητά του. Μοιραία θα περιοριστούν σε παρωχημένες πρακτικές και θα «υποστούν» τη χλεύη κάποιων ηρώων του μυθιστορήματος.
Καθένας σχεδόν από τους ήρωες που πρωταγωνιστούν στο μυθιστόρημα θα μπορούσαν κάλλιστα να πρωταγωνιστήσει σε ένα διήγημα με κεντρικό πρόσωπο τον ίδιο. Αποφάσισα λοιπόν να τους εμπλέξω σε ένα συνδυασμό περίεργων καταστάσεων που δημιουργούνται όταν αποφασίζουν να υπερβούν δοκιμασμένες διαχωριστικές γραμμές. Οι «συμπτώσεις» πάντως είναι εκείνες που κάνουν την πλοκή πιο ενδιαφέρουσα. Μου δόθηκε έτσι η αφορμή να εκμεταλλευτώ αυτή την ενδιαφέρουσα πλοκή και να εισχωρήσω στον ευρύχωρο χώρο της μυθιστορηματικής περιγραφής στον οποίο οφείλω να ομολογήσω ότι νιώθω το ίδιο άνετα με τον οικείο χώρο των διηγημάτων μου. Σας ευχαριστώ για τη φιλοξενία.
© Copyright 2001-2022 Θαλής + Φίλοι.
designed & developed by ELEGRAD