Ο Στάμος Τσιτσώνης, μαθηματικός και συγγραφέας, λάτρης της μικρής φόρμας, στη νέα συλλογή διηγημάτων του με τίτλο «Μπράντι με Πάγο» (Εκδόσεις Κριτική), προσεγγίζει τις πολλαπλές όψεις του κόσμου μας μέσα από δεκαπέντε σύντομες, πυκνοδομημένες και απρόβλεπτες ιστορίες.
Ο χρόνος που φεύγει, η ανθρώπινη απώλεια, η παραδοξότητα και η δίνη της σύγχρονης ζωής, η ματαίωση και η διάθλαση των προσδοκιών και των πεποιθήσεών μας συνυφαίνονται με τρόπο αρμονικό με το βαθύ ενδιαφέρον του συγγραφέα για την επιστήμη και ιδιαιτέρως για τα μαθηματικά.
Η έννοια της συμμετρίας, το μυστήριο των αριθμών, ο υπερρεαλιστικός λαβύρινθος της "Αλίκης" του Λιούις Κάρολ, η περίφημη "φιάλη Klein" - το γεωμετρικό σχήμα στο οποίο δεν μπορούμε να διακρίνουμε την πάνω και την κάτω πλευρά ή το μέσα και το έξω του - είναι ορισμένες μόνο αναφορές από τον κόσμο της επιστήμης και των ιδεών που ο συγγραφέας συνδέει με τις καθημερινές ιστορίες των διηγημάτων του, προσδίδοντάς τους μια πολυπρισματική και άκρως ενδιαφέρουσα διάσταση.
Παρουσίαση, από τον Γιώργο Καρουζάκη
Ο Στάμος Τσιτσώνης, μαθηματικός και συγγραφέας, λάτρης της μικρής φόρμας, στη νέα συλλογή διηγημάτων του με τίτλο «Μπράντι με Πάγο» (Εκδόσεις Κριτική), προσεγγίζει τις πολλαπλές όψεις του κόσμου μας μέσα από δεκαπέντε σύντομες, πυκνοδομημένες και απρόβλεπτες ιστορίες. Ο χρόνος που φεύγει, η ανθρώπινη απώλεια, η παραδοξότητα και η δίνη της σύγχρονης ζωής, η ματαίωση και η διάθλαση των προσδοκιών και των πεποιθήσεών μας συνυφαίνονται με τρόπο αρμονικό με το βαθύ ενδιαφέρον του συγγραφέα για την επιστήμη και ιδιαιτέρως για τα μαθηματικά.
Η έννοια της συμμετρίας, το μυστήριο των αριθμών, ο υπερρεαλιστικός λαβύρινθος της “Αλίκης” του Λιούις Κάρολ, η περίφημη φιάλη Klein – το γεωμετρικό σχήμα στο οποίο δεν μπορούμε να διακρίνουμε την πάνω και την κάτω πλευρά ή το μέσα και το έξω του – είναι ορισμένες μόνο αναφορές από τον κόσμο της επιστήμης και των ιδεών που ο συγγραφέας συνδέει με τις καθημερινές ιστορίες των διηγημάτων του, προσδίδοντάς τους μια πολυπρισματική και άκρως ενδιαφέρουσα διάσταση.
Στο πρώτο διήγημα της συλλογής με τίτλο “Βεραμάν”, ο συγγραφέας σχολιάζει εύστοχα το πέρασμα του χρόνου και την απώλεια εισχωρώντας διακριτικά στον κόσμο ενός μαθηματικού που χάνει τη σύντροφο της ζωής του και μένει μόνος. Σε αυτή την ανθρώπινη ιστορία παρεμβάλλεται η έννοια της συμμετρίας η οποία προκύπτει και εξαρτάται από δύο στοιχεία. «Όταν η δυάδα διαταραχθεί», λέει χαρακτηριστικά ο ήρωας του διηγήματος – μιλώντας στην ουσία για το χαμό της συντρόφου του-, “χάνεται η αριθμητική βάση, αναιρείται η σωστή υποκειμενική εκτίμηση των φαινομένων, αλλοιώνονται οι υπολογισμοί”.
Οι αφηρημένες έννοιες και οι αριθμοί αποκτούν συχνά στην αφήγηση μία περισσότερο γήινη και στέρεη υπόσταση αφού συνδέονται με γεγονότα της ζωής και με την καθημερινότητα των ηρώων, χωρίς να χάνουν, όμως, τους δεσμούς τους με τη φαντασία και την υπερβατική τους φύση. Στο διήγημα με τίτλο “Η οδός Φέλιξ Κλάιν”, το υπερρεαλιστικό στοιχείο και τα γεωμετρικά παράδοξα συναντώνται με την απόκοσμη γοητεία που φέρει το λογοτεχνικό σύμπαν της Αλίκης στη Χώρα των Θαυμάτων. Το όνειρο και η πραγματικότητα, η φαντασία και η αντανάκλασή της στον απτό κόσμο μας ισορροπούν θαυμαστά στο διήγημα, και επιβεβαιώνουν τη ρήση του Λιούις Κάρολ την οποία ο συγγραφέας παραθέτει στην αρχή της ιστορίας: “Δεν είμαι παράξενος, περίεργος, ή τρελός. Απλώς, ο τρόπος που αντιλαμβάνομαι την πραγματικότητα είναι διαφορετικός από τον δικό σας”.
Σε αυτό το σύμπαν εκπλήξεων, ανατροπών και παραδοξότητας, δεν θα μπορούσε να λείπει το χιούμορ και ο αυτοσαρκασμός, στοιχεία που ζωηρεύουν ακόμη περισσότερο την αφήγηση και το πνεύμα των διηγημάτων. Το ζήτημα της έμπνευσης, ένα πεδίο το οποίο ο συγγραφέας διατηρεί ζωηρό μέσα από αρκετές διακειμενικές αναφορές και τις πηγαίες ανησυχίες του, σχολιάζεται, επίσης, στην ιστορία “Μπράντι με Πάγο”, η οποία και δάνεισε τον τίτλο της σε όλη τη συλλογή.
Ο συγγραφέας σκιαγραφεί εδώ με προσωπικό τρόπο τη νουάρ ατμόσφαιρα που συναντά κάποιος στα βιβλία του Ρέημοντ Τσάντλερ με ήρωα τον ντετέκτιβ Φίλιπ Μάρλοου. Η έμπνευση που αναζητά απεγνωσμένα ο ήρωας-συγγραφέας του διηγήματος πυροδοτείται τη στιγμή που γίνεται μάρτυρας ενός εγκλήματος. «Δεν έχω ξανακούσει κρότο πυροβολισμού ούτε έχω ξαναδεί τη λάμψη του, αλλά τι διάβολο συγγραφέας είμαι αν δεν μπορώ να φανταστώ την πραγματικότητα, έστω κι αν δεν έχω καταφέρει να τη ζήσω”, μονολογεί. Μια διαπίστωση που συμπυκνώνει, τελικά, και έναν από τους λόγους ύπαρξης της λογοτεχνίας.
Ερωτήσεις, αφορμή για συζήτηση, από τον Γιώργο Καρουζάκη
Συνέντευξη στον Γιώργο Καρουζάκη
Ο Στάμος Τσιτσώνης προσεγγίζει, στη νέα συλλογή διηγημάτων του, τις ασυνήθιστες και λιγότερο προβεβλημένες πλευρές του κόσμου μας. Το χιούμορ και το παράδοξο συνυπάρχουν με την καθημερινότητα στις ιστορίες του, κάνοντας την ανάγνωση του βιβλίου του απολαυστική.
Πώς θα συστήνατε, με λίγα λόγια, το νέο σας βιβλίο στους αναγνώστες; Γιατί το ονομάσετε Μπράντι με Πάγο;
Θα το πρότεινα με τον τρόπο που θα καλούσα έναν φίλο ή μια φίλη να πιούμε ένα ποτό σε έναν χώρο με απαλή μουσική. Σε έναν χώρο και χρόνο που δεν θα περιορίζει τη φαντασία μας και θα αφήνει ανοιχτές πόρτες στην ελεύθερη σκέψη. Ο συνομιλητής μου ίσως γευτεί την παραδοξότητα της συνύπαρξης του μπράντι με τον πάγο, και ίσως να προβληματιστεί για ποιον λόγο δεν είχε δοκιμάσει νωρίτερα έναν τέτοιο συνδυασμό. Ουσιαστικά, δηλαδή, γιατί να μην σκεφτεί πως η παραδοξότητα σε ορισμένα γεγονότα υφίσταται μέχρι αυτά να ερμηνευτούν.
Η μικρή φόρμα του διηγήματος μοιάζει ιδανική στην αφήγηση των ιστοριών σας. Ποιοι λόγοι ενισχύουν την επιμονή σας στο διήγημα; Υπάρχει η ιδέα της συγγραφής ενός μυθιστορήματος;
Ο Χέμινγουεϊ έλεγε πως το διήγημα είναι σαν το παγόβουνο. Έχει μικρή επιφάνεια αλλά τεράστιο βάθος. Θα μπορούσα λοιπόν να απαντήσω εν συντομία, πως το διήγημα δίνει τη δυνατότητα της υψηλής έντασης χωρίς να σφετερίζεται τον χώρο του κειμένου και τον χρόνο του αναγνώστη. Θα τολμούσα να τον χαρακτηρίσω ως ένα μινιμαλισμό μιας περιγραφής που υπαινίσσεται καταστάσεις ενώ ταυτοχρόνως εκφράζει την εικόνα περιστατικών ως στοιχείο ενός ευρύτερου συνόλου γεγονότων. Με αυτόν τον τρόπο, η συγκίνηση, ο προβληματισμός, η απόλαυση του αναγνώσματος αλλά και η εμβάθυνση στις υπόρρητες έννοιες, ερεθίζει τον αναγνώστη και εμμέσως τον ασκεί σε ένα περισσότερο δημιουργικό διάβασμα. Τώρα ως προς τη συγγραφή ενός μυθιστορήματος, η αλήθεια είναι πως προσπαθώ, αλλά η λαγνεία του διηγήματος είναι συναρπαστική.
Στο νέο βιβλίο σας, όπως και στα προηγούμενα, ο κόσμος της επιστήμης, και δη των μαθηματικών, εισχωρεί με ποικίλους τρόπους στην αφήγηση. Ποια επιθυμία και ποιες ισορροπίες ευνοούν ή δυσκολεύουν συγγραφικά αυτή την συνύπαρξη;
Τα μαθηματικά αποτελούν την κύρια επιστημονική μου δραστηριότητα, ενώ η λογοτεχνία την κρυφή μου κάποτε, αλλά ομολογημένη τώρα πλέον, αγάπη. Ίσως μάλιστα κάποιος θα προβληματιζόταν για τη συνύπαρξη στη σκέψη μου δύο φαινομενικώς διαφορετικών κόσμων. Αν και νομίζω πως τα μαθηματικά είναι το κατ’ εξοχήν θεωρητικό νοητικό κατασκεύασμα, υπάρχουν πολλά κοινά χαρακτηριστικά που αναδεικνύονται σε λογοτεχνικά αφηγήματα αρκετών συγγραφέων της λεγόμενης θετικής κατεύθυνσης.
Στα δικά μου διηγήματα, τα μαθηματικά υπεισέρχονται άλλες φορές δειλά για να ερμηνεύσουν και άλλες φορές περισσότερο έντονα για να προβληματίσουν, δηλώνοντας με αυτόν τον τρόπο την επιθυμία μου να τα παρουσιάσω ως μια ευχαρίστως αναπόφευκτη πραγματικότητα. Ωστόσο, υπάρχει δυσκολία στις ισορροπίες που εύστοχα παρατηρήσατε, για να μην εξοκείλουμε σε αυστηροποιήσεις που θα δυσκόλευαν τον αναγνώστη, αλλά να τον βοηθήσουν να απολαύσει την αφήγηση.
Στο διήγημα, « H οδός ο Φέλιξ Kλάιν», ο κόσμος της Αλίκης του Λούις Κάρολ συνδέεται ευφάνταστα με την τοπολογία και την περίφημη «φιάλη Klein». Με αυτή την αφορμή, η πραγματικότητα συνυπάρχει με στοιχεία υπερβατικά και υπερρεαλιστικά. Είναι γοητευτικό για εσάς να ακολουθείτε συγγραφικά τέτοιου είδους διαδρομές;
Ω! ναι. Προσπαθώ να βρω την ευκαιρία μιας υπερρεαλιστικής περιγραφής που θα έχει όμως πάντα την αναφορά της σε κάποιον νόμο, σε κάποιον κανόνα. Ένας τέτοιος κανόνας λόγω της πολυπλοκότητάς του, μπορεί περιέχει και στοιχεία μυστικισμού, ή μιας γοητευτικής υπέρβασης. Αυτά τα στοιχεία, αυτές τις δυσπρόσιτες επιστημονικές έννοιες, προσπαθώ να συνδυάσω με την παραμυθία που απλώνεται στον κόσμο της Αλίκης του Λούις Κάρολ, όπως συμβαίνει στην «Οδό Φέλιξ Κλάιν».
Οι περισσότερες ιστορίες του βιβλίου διαπλέκουν την καθημερινότητα με το παράδοξο. Θεωρείτε ότι τόσο η προσέγγιση της επιστήμης όσο και της λογοτεχνίας μέσα από τη γραφή έχουν ανάγκη αυτή τη συνύπαρξη ρεαλισμού και παραδοξότητας για να αποκτήσουν κάποιο ευρύτερο νόημα;
Φυσικά. Στοιχεία ή γεγονότα που κάποτε φάνταζαν παραδοξότητες, προσεγγίστηκαν και ερμηνεύτηκαν αργότερα μέσω της επιστήμης. Ωστόσο, δεν σας κρύβω ότι εκμεταλλεύομαι την έννοια του παραδόξου, ή του προσωρινώς ανερμήνευτου, για να ντύσω τα διηγήματά μου με μια πλοκή που θα έχει ενδιαφέρον, προσπαθώντας να μην προσβάλλω την επιστήμη αλλά και την νοημοσύνη του αναγνώστη. Σε αυτή την προσπάθεια, σύμμαχός μου είναι η λογοτεχνική «αυθαιρεσία» την οποία θα εντοπίσετε συχνά στη γραφή μου.
Το χιούμορ αλλά και ένα είδος πεσιμισμού αναγνωρίζονται, στην επιφάνεια αλλά και στο υπόστρωμα των διηγημάτων σας. Ποια σημασία αποδίδετε στις δύο αυτές έννοιες και καταστάσεις καθώς δημιουργείτε τις ιστορίες σας;
Και τα δύο, δηλαδή το χιούμορ αλλά και το στοιχείο του πεσιμισμού – εγώ θα το χαρακτήριζα σαρκασμό – ενυπάρχουν στη ζωή. Ο συγγραφέας γράφοντας καταθέτει τον εσωτερικό του κόσμο, που δεν είναι τίποτε άλλο από τις εμπειρίες και τις καταστάσεις που έχει βιώσει. Γράφει όπως συνηθίζουμε να λέμε εκ περιουσίας. Το χιούμορ, ακόμη και το πικρό χιούμορ ή και ο σαρκασμός που μπορεί να αναγνωρίσει κάποιος σε πολλά διηγήματά μου, νομίζω πως δεν πλάθεται σκόπιμα, αλλά εκφράζεται αβίαστα λόγω του χαρακτήρα μου. Αν τώρα αυτή η έκφραση είναι επιτυχημένη ή όχι είναι κάτι που έχει να κάνει με την στάση ζωής και την ψυχική διάθεση του αναγνώστη που διαβάζει τα αφηγήματά μου.
© Copyright 2001-2022 Θαλής + Φίλοι.
designed & developed by ELEGRAD