Thales + Friends

Τεύκρος Μιχαηλίδης: “Αν αφήνανε τους ανθρώπους ήσυχους, θα μπορούσαν να ευτυχήσουν”

Αναρτήθηκε σε 23 Μαρτίου, 2012 κατηγορία: Συνεντεύξεις

Συντάκτης: Γιώργος Καρουζάκης

Ο Τεύκρος Μιχαηλίδης γράφει, όπως μας λέει, όταν θέλει να ταξιδέψει στο χρόνο και επειδή θέλει να ζήσει τις εμπειρίες των ηρώων του, όχι πάντα ενός από αυτούς, καμιά φορά και όλων. Στην κουβέντα που είχαμε μαζί του, στο λιλιπούτειο γραφείο του σπιτιού του, στην Αθήνα, διαπιστώσαμε πώς το χάρισμά του να αφηγείται ιστορίες, δεν περιορίζεται στις σελίδες ενός βιβλίου.

Αφορμή της κουβέντας μας, στάθηκε το νέο του βιβλίο Τα τέσσερα χρώματα του καλοκαιριού (Εκδόσεις Πόλις). Με έναυσμα την περιπέτεια του βασικού ήρωα του μυθιστορήματος, η οποία ξεκινά το καλοκαίρι του 1970 στη Σέριφο για να συνδεθεί με τη δίνη των γεγονότων του 20ου αιώνα, καθώς και με έναν μαθηματικό γρίφο, μιλήσαμε για την ακμή της μαθηματικής λογοτεχνίας, τη σιωπηλή σχέση που συνδέει τα μαθηματικά με οποιαδήποτε εκδήλωση της ζωής μας, τις αντιλήψεις των Ναζί περί “εκφυλισμένης” επιστήμης, χωρίς να εξαιρέσουμε τον έρωτα, και τα τραγούδια που σημάδεψαν τη νεότητα και τη ζωή του συγγραφέα.

-Στα δύο προηγούμενα μυθιστορήματά σας, τα «Πυθαγόρεια Εγκλήματα» και το «Αχμές, ο γιος του φεγγαριού», η μαθηματική επιστήμη συνυπήρχε με νουάρ στοιχεία, καθώς και με σημαντικά ιστορικά γεγονότα. Στα «Τέσσερα χρώματα του καλοκαιριού» δίπλα στα μαθηματικά και την Ιστορία προστίθεται και o έρωτας. Πώς προέκυψε αυτή η συνάντηση;

«Αρχικά, όταν η ιστορία συντίθεται, αποτελείται από πολλές στατικές εικόνες: την εικόνα ενός νησιού στη δεκαετία του 70 πριν από την έκρηξη της τουριστικής ανάπτυξης. Την εικόνα του ίδιου νησιού, εξήντα χρόνια παλιότερα: όταν έζησε την πρώτη απεργία μεταλλωρύχων που έγινε ποτέ στην Ελλάδα, και το πρώτο, πολύ μικρό, διάστημα αυτοδιοίκησης ενός τόπου, ανεξάρτητου από κάθε κεντρική εξουσία.

Είχα, επίσης, στο μυαλό μου την εικόνα του Παρισιού την εποχή της Κατοχής, της απελευθέρωσης και της μεγάλης αδικίας ενάντια στις γυναίκες των οποίων το «έγκλημα» είναι ότι είχαν κάποιες σχέσεις με τους Γερμανούς: τις γυναίκες που διαπομπεύτηκαν, κουρεύτηκαν, βασανίστηκαν, ίσως καμιά φορά και περισσότερο από τους δωσίλογους του καθεστώτος, από τους στρατάρχες και τους υπουργούς του Βισύ.

Έχω μια άλλη εικόνα που είναι το Γκέτινγκεν του μεσοπολέμου, εκεί που ανθίζουν τα μαθηματικά και έρχεται η παράνοια του χιτλερισμού να διαλύσει τα γερμανικά πανεπιστήμια, διώχνοντας τους Εβραίους καθηγητές.

Όλα αυτά είναι στατικές εικόνες. Αυτές τις στατικές εικόνες, θέλω να τις βάλω μέσα σε μια ιστορία. Και εκεί, έρχονται τα μαθηματικά. Τα μαθηματικά, για μένα, είναι το μηχανάκι που δίνει κίνηση στις στατικές εικόνες. Επομένως, δεν είναι ότι σκέφτηκα να συνδυάσω τα μαθηματικά με τον έρωτα, ή στο παλιότερο βιβλίο μου, τον “Αχμές…” να συνδυάσω τα μαθηματικά με την ιστορία της Αιγύπτου, η ακόμα παλιότερα στα “Πυθαγόρεια εγκλήματα” να συνδυάσω τα μαθηματικά με την καλλιτεχνική επανάσταση των αρχών του 20ου αιώνα, με την Μπελ επόκ και ένα αστυνομικό αφήγημα. Σε όλες τις ιστορίες μου, τα μαθηματικά είναι ο μοχλός που θέτει σε κίνηση και συνδέει τις διάφορες στατικές εικόνες.

Όταν ξεκίνησα να γράφω “Τα τέσσερα χρώματα του καλοκαιριού” ήμουνα σε μια διάθεση περίεργη, μέσα στη μουνταμάρα του μαύρου χειμώνα του 2010 και της κρίσης. Είχα την επιθυμία να ζήσω κάτι πιο ελαφρύ, να θυμηθώ τη νεότητά μου, τις διακοπές, το καλοκαίρι, τον έρωτα. Οι εικόνες προέκυψαν χωριστά η καθεμία. Το πρόβλημα των τεσσάρων χρωμάτων ήρθε να τις κάνει μια ιστορία».

-Υπάρχει κάποια μυστική ή φανερή σχέση που να συνδέει τον έρωτα με τα μαθηματικά;

«Δεν νομίζω ότι υπάρχει κάποια ειδική σχέση που συνδέει τον έρωτα με τα μαθηματικά. Υπάρχει η σιωπηλή, η αφανής σχέση που συνδέει τα μαθηματικά με οποιαδήποτε εκδήλωση της ζωής μας. Επομένως, το ότι μπαίνουν μέσα σε μια ερωτική ιστορία, δεν αποτελεί για μένα έκπληξη. Όπως δεν θα αποτελούσαν έκπληξη, αν έμπαιναν μέσα σε μια οποιαδήποτε άλλη ιστορία: κατασκοπευτική, ψυχολογική, αστυνομική ή πολιτική. Η κρατούσα αντίληψη λέει ότι τα μαθηματικά βρίσκονται, λίγο πολύ, σε αντίθεση με οτιδήποτε άλλο αποτελεί τον πολιτισμό και την καθημερινότητά μας. Η δική μου αντίληψη είναι ότι ισχύει, ακριβώς το αντίθετο. Με αυτή λοιπόν την έννοια, δεν είχα κανένα πρόβλημα να φτιάξω μια ιστορία στην οποία κυριαρχούν οι ερωτικές σχέσεις μεταξύ ανθρώπων και πίσω από αυτή να βρίσκεται ένα μαθηματικό πρόβλημα».

-Θεωρείτε ότι η ακμή της μαθηματικής λογοτεχνίας αλλάζει αυτές τις στερεότυπες αντιλήψεις για τα μαθηματικά;

«Η ακμή αυτού που ονομάζουμε μαθηματική μυθοπλασία ή μαθηματική λογοτεχνία, σίγουρα βοηθάει στην αλλαγή της αντίληψης που λέει ότι τα μαθηματικά είναι ξεκομμένα από όλη την υπόλοιπη ζωή. Το γεγονός ότι οι άνθρωποι, παραμυθάδες τους λέω εγώ και όχι λογοτέχνες, έχουν βάλει τα μαθηματικά μέσα στις ιστορίες τους, βοηθάει σίγουρα στο ξεπέρασμα αυτού του παγώματος, αυτής της απότομης ψυχρότητας που υπάρχει όταν πέφτουν στο τραπέζι τα μαθηματικά.

Από την άλλη μεριά, γίνεται συνέχεια και πιο φανερό, ότι τα μαθηματικά είναι πραγματικά μέσα στη ζωή μας. Ο άνθρωπος που ξεκινάει το πρωί με το ξυπνητήρι του, το οποίο είναι ψηφιακό, που φτιάχνει το πρωινό του με τις συσκευές που στηρίζονται στη Fuzzy logic, που βάζει το συναγερμό στο σπίτι του και ξέρει τη θεωρία των πιθανοτήτων, καταλαβαίνει σιγά-σιγά ότι τα μαθηματικά είναι πολύ πιο μέσα στη ζωή μας, απ’ ότι μπόρεσε, ενδεχομένως, να καταλάβει στο σχολείο».

-Η δράση του μυθιστορήματός σας εξελίσσεται στον πραγματικό ιστορικό χώρο, συνδέεται με σημαντικά γεγονότα του 20ου αιώνα. Ποια σημασία αποδίδετε στην Ιστορία και στην επίδραση της στη ζωή των ανθρώπων;

«Έχω πει αρκετές φορές ότι, ίσως, τη μεγαλύτερη επιρροή στη δουλειά μου άσκησε η περίφημη σειρά που διένειμε στη δεκαετία του 60 το απορρυπαντικό ΡΟΛ. Αναφέρομαι στη σειρά “Ήμουν κι εγώ εκεί”. Με δέκα καπάκια από το απορρυπαντικό έπαιρνες ένα βιβλίο. Το βιβλίο αυτό, ήταν η μεταφορά ενός νέου, πάντα του ίδιου νέου, στην Αίγυπτο την εποχή των πυραμίδων, στην Κεντρική Ευρώπη την εποχή του Αττίλα, στο Βυζάντιο την εποχή της Άλωσης, στη Μινωική Κρήτη κ.ο.κ.

Η Ιστορία, με τη μορφή που έχει στην καθημερινότητα των ανθρώπων, η οποία, σαφέστατα, επηρεάζεται και από τις πολιτικές επιλογές των πόλων εξουσίας, με ενδιαφέρει, σχεδόν όσο και τα μαθηματικά. Χωρίς αυτήν, δεν μπορώ να σκεφτώ πώς θα ονειρευόμουν, πώς θα ζούσα πέρα από τη ρουτίνα. Και για αυτό είναι παρούσα πάντοτε σε οτιδήποτε, είτε γράφω, είτε διηγούμαι».

-Σας ενδιαφέρουν στιγμές της Ιστορίας που συνδέονται κατά κάποιο τρόπο με το παρόν;

«Eίναι πολύ πιθανό, η επιλογή των στιγμιοτύπων της Ιστορίας που αποφασίζω, κάθε φορά, να συμπεριλάβω σε ένα βιβλίο να έχει άμεση σχέση με την ψυχολογική μου κατάσταση. Την εποχή που έγραφα Τα τέσσερα χρώματα του καλοκαιριού βίωνα, ακόμα σήμερα το ίδιο ζούμε, μια ταχύτατη πορεία προς ένα νέο Μεσαίωνα. Βιώνουμε μια πορεία προς ένα απολυταρχικό καθεστώς, με υπερβολική αστυνομική βία και κατάφωρες κοινωνικές αδικίες.

Αν τη δεκαετία του 90 ζήσαμε την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού, στις μέρες μας ζούμε και την κατάρρευση του αστικού δημοκρατικού καπιταλισμού. Επομένως, η διάθεση μου ήταν να σκεφτώ πώς αντέδρασαν οι άνθρωποι σε μια προηγούμενη τέτοια κατάσταση. Βεβαίως, εκείνη η κατάσταση ήταν πολύ πιο αισιόδοξη από τη σημερινή. Γιατί, στις αρχές του 20ου αιώνα βρισκόμασταν στην έξοδο του αυταρχισμού, στη έξοδο της απολυταρχίας. Ήρθε, βέβαια, με πάρα πολύ αίμα και πάρα πολύ κόπο. Αλλά ήρθε. Ενώ τώρα, βρισκόμαστε ξανά στην είσοδο.

Είναι, πάντως, σαφές, ότι όταν έγραφα Τα τέσσερα χρώματα του καλοκαιριού ένιωθα την ανάγκη να γράψω κάτι που να είναι ένα μήνυμα στους σημερινούς κυβερνώντες στην Ελλάδα. Να πω ότι αυτοί, είσαστε εκείνοι: ότι οι χωροφύλακες που δολοφόνησαν τους εξεγερμένους στη Σέριφο είναι οι ίδιοι με όσους ψεκάζουν σήμερα, με τόνους χημικά, τους διαδηλωτές. Και ότι οι εντολείς τους, τότε, και οι εντολείς τους, τώρα, είναι οι ίδιοι άνθρωποι».

Ναζισμός και “Εκφυλισμένη επιστήμη”

-Στο βιβλίο σας εμφανίζεται και η άποψη που είχαν οι Ναζί για τη μαθηματική επιστήμη. Ο Γκέοργκ Κάντορ διακήρυσσε, όπως γράφετε, ότι «η ουσία των μαθηματικών είναι η ελευθερία». Οι Ναζί, θεωρούσαν ότι μια μαθηματική θεωρία θα έπρεπε, αυστηρώς, να αφορά πραγματικά αντικείμενα, όπως είναι οι πραγματικοί αριθμοί και τα γεωμετρικά σχήματα; Υπήρχε, δηλαδή, αντίστοιχη ναζιστική αντίληψη περί εκφυλισμένης επιστήμης, όπως και στην τέχνη;

«Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία, ότι οι Ναζί, προσπαθώντας να χτίσουν την ιδεολογία τους, στράφηκαν εναντίον ορισμένων πραγμάτων που σε πρώτη ανάγνωση είναι εύκολο να τα κατηγορήσει κανείς. Κατηγόρησαν τον εκφυλισμό στην τέχνη. Και ναι, κατηγόρησαν τον εκφυλισμό στα μαθηματικά. Η κατηγορία τους εναντίον του Αϊνστάιν, για παράδειγμα, ήταν ότι κάνει εβραϊκά μαθηματικά. Τώρα, στον όρο εβραϊκά μαθηματικά, αποφάσισαν να προσδώσουν αυτό που ο Κάντορ ονόμαζε ελευθερία. Δηλαδή, το γεγονός ότι ξεκινάει κάποιος, χωρίς καμία υπόθεση δεδομένη, χωρίς κανένα ιδεολόγημα και επιτρέπει στα πάντα να λειτουργήσουν ελεύθερα. Και ακολουθεί μια διαδικασία μαθηματικής ή και φυσικής διερεύνησης η οποία οδηγεί σε ένα οποιοδήποτε αποτέλεσμα.

Ο Κάντορ δεν έζησε την εποχή των Ναζί, αλλά στην εποχή του πρωσικού αυταρχισμού. Είναι χαρακτηριστικό ότι αυτοί που κινήθηκαν εναντίον του Κάντορ, με πρώτο τον Κρόνεκερ, ήτανε φορείς αυτού του πρωσικού εθνικισμού. Και τον κατηγόρησαν ότι διερευνά αξιώματα που δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα. Είναι χαρακτηριστική η φράση του Κρόνεκερ: “ο Θεός έφτιαξε τους φυσικούς αριθμούς και όλα τα άλλα είναι δημιουργήματα του ανθρώπου”. Επομένως, υποδεέστερα.

Προσπάθησαν, λοιπόν, οι Ναζί να βάλουν αυτό το πράγμα στην ιδεολογία τους. Τώρα υπάρχει το εξής αστείο: τα γερμανικά μαθηματικά ήταν, κατά κύριο λόγο, εβραϊκά μαθηματικά. Μια και οι κύριοι μαθηματικοί και φυσικοί ερευνητές την εποχή του μεσοπολέμου, και την εποχή πριν από τον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο στην Μπελ επόκ, ήταν Εβραίοι. Όταν λέμε, βέβαια, Εβραίοι, να ξεκαθαρίσουμε ότι η συντριπτική πλειοψηφία τους ήταν απλώς Γερμανοί εβραϊκού θρησκεύματος. Ο Μαξ Μπορν, για παράδειγμα, ή ο Λαντάου, στον οποίο αναφέρομαι και στο βιβλίο, ήταν άνθρωποι που ήταν, πρώτα και πάνω από όλα, Γερμανοί. Και μάλιστα Γερμανοί πατριώτες, οι οποίοι είχαν, απλώς, μια εβραϊκή καταγωγή και μια εβραϊκή θρησκεία.

Βόλευε, όμως, πάρα πολύ τους Γερμανούς, αφού ήθελαν να κατηγορήσουν την επιστημονική και την καλλιτεχνική ανάπτυξη της εποχής τους, να προβάλουν ένα καινούργιο ιδεολόγημα, την καθαρή άρια γερμανική επιστήμη, την καθαρή άρια γερμανική τέχνη, την καθαρή άρια γερμανική φιλοσοφία ή λογοτεχνία. Βόλευε πάρα πολύ, να κατηγορήσουν αυτό που καταργούσαν, απλώς, ως εβραϊκό. Ενώ στην πραγματικότητα ήταν, απλώς, γερμανικό».

-Με αυτές τις διώξεις, ανάγκασαν ένα μέρος από την αφρόκρεμα της επιστημονικής κοινότητας να μετοικήσει στην Αμερική;

«Είναι απόλυτα σαφές, ότι κάποιοι σοφοί αμερικανοί πατριώτες, άρπαξαν από τα μαλλιά την ευκαιρία που τους πρόσφερε ο ναζιστικός παραλογισμός. Άνοιξαν τις πόρτες στη χώρα τους, στα πανεπιστήμια τους, σε όλους αυτούς τους πρόσφυγες από τη Γερμανία και γενικότερα από την Ευρώπη. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι μεταφέρθηκαν σε ένα χώρο όπου τους προσφέρθηκε, πρωτίστως ασφάλεια, ικανοποιητικότατες συνθήκες ζωής και δυνατότητα να συνεχίσουν την έρευνά τους. Μπόρεσαν να πάνε εκεί, σχεδόν χωρίς καμία τύψη, μια και τους είχαν διώξει. Ο κύριος λόγος που πήγαν εκεί, ήταν για να σώσουν τη ζωή τους. Και έχτισαν αυτό που ονομάζουμε μεταπολεμικό θαύμα της αμερικανικής θετικής επιστήμης.

Η αφέλεια των Ναζί δεν έγκειται στο ότι δεν οραματίστηκαν το μέλλον, ή ότι δεν κατάλαβαν ότι καταστρέφουν το επιστημονικό μέλλον της Γερμανίας ή της Ευρώπης. Δεν κατάλαβαν ότι, αφού ετοιμάζονταν για πόλεμο, όλοι αυτοί οι άνθρωποι, τούς ήταν πολύτιμοι. Και θα μου επιτραπεί μια υπερβολή, όσο πατάει η γάτα υπερβολή: εάν οι Γερμανοί έχασαν τον πόλεμο, τον έχασαν επειδή έδιωξαν τους επιστήμονές τους στην Αμερική. Διότι, αυτοί που κέρδισαν τον πόλεμο ήταν οι Αμερικανοί με τα όπλα που τους παρείχαν οι επιστημονικές ανακαλύψεις των προσφύγων από την Κεντρική Ευρώπη.

Με αυτή τη λογική, οι Αμερικανοί -αυτοί που έφτιαξαν το Institute for Advanced Study στο Princeton, το Columbia που φιλοξένησε τον Κουράν κ.ο.κ.- δεν εξασφάλισαν μόνο την προσωρινή τους νίκη, αλλά και τη θέση των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής ως ηγέτιδας δύναμης του κόσμου για όλο τον υπόλοιπο 20ο αιώνα, και ακόμα παραπέρα».

Το πρόβλημα των τεσσάρων χρωμάτων

-Φόντο στο ερωτικό δράμα των τριών ηρωίδων του βιβλίου σας είναι ένας μαθηματικός γρίφος: “Tο πρόβλημα των τεσσάρων χρωμάτων” του Φράνσις Γκάθρι. Κάποιοι το απαξίωσαν, το θεώρησαν “περιθωριακό”. Πως διαχωρίζεται ένα «σοβαρό» από ένα «περιθωριακό» πρόβλημα στα μαθηματικά;

«Έχω την εντύπωση, ότι υπάρχει ακόμη και σήμερα ένας διαχωρισμός ανάμεσα στα λεγόμενα περιθωριακά μαθηματικά προβλήματα και τα προβλήματα της κύριας ροής των μαθηματικών. Και αυτό, ως μια μορφή άρσης της ελευθερίας και απαγόρευσης της αμφισβήτησης, είναι καταδικασμένο.

Στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα άνθισαν οι λεγόμενοι Μπουρπακί, μια ομάδα μαθηματικών οι οποίοι δημιούργησαν μια τέτοιου είδους ταξινόμηση, στο ποια μαθηματικά αξίζει να κάνει κανείς και ποια είναι τα μαθηματικά του περιθωρίου. Ενώ, ο καθένας από αυτούς στην προσωπική του σταδιοδρομία πέτυχε πάρα πολλά πράγματα, ενώ το κληροδότημα που μας άφησαν – καμιά σαρανταριά καλογραμμένοι τόμοι των θεμελιωδών μαθηματικών- η ιδέα τους αυτή, έπεσε, τελικά, στο κενό.

Το πρόβλημα των τεσσάρων χρωμάτων θεωρήθηκε, τότε, περιθωριακό και ότι ο σερ Φράνσις Γκούθρι το διατύπωσε γύρω στα 1850, σαν ένα παιχνίδι, ένα παζλ για να περάσει την ώρα του. Χρωμάτιζε τον χάρτη της Αγγλίας με τις κομητείες της και κατέληξε στην υπόθεση ότι τέσσερα χρώματα είναι απολύτως απαραίτητα για να χρωματιστεί ένας χάρτης. Αρχικά, το πρόβλημα αντιμετωπίστηκε από τους μεγαλύτερους μαθηματικούς της εποχής του, ως ένα εύκολο παζλ. Είναι χαρακτηριστικό πώς ο Ντε Μόργκαν είπε: “θα το λύσω πολύ γρήγορα”. O Κλάιν στο Γκέτινγκεν είπε: “Eντάξει παιδιά, του χρόνου θα κάνω ένα μάθημα στο οποίο θα εξηγώ γιατί είναι απλό το πρόβλημα, και θα το λύνω”. Κανένας από αυτούς δεν κατάφερε τίποτα.

Και σήμερα, για να πω κάτι που το ξέρουμε πιο καλά όλοι μας, δεν ενδιαφέρετε κανείς για το γεγονός ότι δεν μπορώ με κανόνα και διαβήτη να φτιάξω ένα τετράγωνο που να έχει το εμβαδόν ενός δοσμένου κύκλου, να τετραγωνίσω δηλαδή, τον κύκλο.

Αυτό που έχει πολύ μεγάλο ενδιαφέρον, όμως, είναι τα μαθηματικά που παρήχθησαν μέσα από αυτή τη διαδικασία. Το ότι αναπτύχθηκε μια τόσο ισχυρή θεωρία, όπως η θεωρία των γραφημάτων, γιατί σε αυτήν εντάσσεται το πρόβλημα των τεσσάρων χρωμάτων, είναι κάτι πάρα πολύ σημαντικό, και κάτι που απολαμβάνουμε όλοι σήμερα, πρακτικά στη ζωή μας. Αυτό που κέρδισε η ανθρωπότητα, είναι τα πλούσια μαθηματικά που δημιουργήθηκαν στο δρόμο».

-Γράφετε ότι τα προβλήματα που έχουν την πιο απλή διατύπωση έχουν και την πιο δύσκολη απόδειξη. Ισχύει πάντοτε;

«Αυτό είναι αλήθεια και οι ερμηνείες είναι πολλές. Η κυρίαρχη, για μένα, είναι καθαρά δαρβινική. Εάν ένα πρόβλημα με απλή διατύπωση είχε και απλή λύση, κάποιος το λύνει στα γρήγορα. Εάν ένα πρόβλημα με απλή διατύπωση, που σημαίνει ότι μπορεί να το καταλάβει ο καθένας και επομένως ότι μπορεί να ασχοληθεί με αυτό ο καθένας, φτάσει να επιζήσει 30, 50, 100, 2300 χρόνια, όσο έζησε το πρόβλημα του τετραγωνισμού του κύκλου, και δε δοθεί λύση, τότε σημαίνει ότι είναι πάρα πολύ δύσκολο. Ενώ,για παράδειγμα, ένα πρόβλημα με τεχνικές λεπτομέρειες και δύσκολη διατύπωση, μπορεί να μην έχει λυθεί γιατί δεν ασχολήθηκαν πολλοί άνθρωποι μαζί του.

Μπορώ να σας αραδιάσω μερικά προβλήματα με απλή διατύπωση, που παλεύει η ανθρωπότητα πάρα πολλά χρόνια: o αριθμός 6 λέγεται τέλειος γιατί οι αριθμοί που τον διαιρούν είναι το 1 το 2 και το 3. Και αν προσθέσουμε το 1 το 2 και το 3 κάνει 6. Άλλος τέτοιος τέλειος αριθμός είναι το 28. Γιατί οι αριθμοί που τον διαιρούν είναι το 1 το 2 το 4 το 7 και το 14. Αν τους προσθέσετε κάνουν 28. Να λοιπόν, ένα πάρα πολύ ανοιχτό πρόβλημα: υπάρχει μεγαλύτερος τέλειος αριθμός ή επεκτείνονται επ’ άπειρον και όσο προχωράμε θα βρίσκουμε και καινούργιους; Είναι ανοιχτό από την εποχή του παππούλη μας του Πυθαγόρα, το 500 π.χ.

Υπάρχει άλλο ένα πρόβλημα, το οποίο λύθηκε πρόσφατα με τη βοήθεια ηλεκτρονικού υπολογιστή: είναι οι μέλισσες τα σοφότερα μαθηματικά όντα στον κόσμο; Δηλαδή, η επιλογή τους να φτιάχνουν τις φωλιές τους με εξάγωνες κερήθρες, εξάγωνα κανονικά με ίσες πλευρές και ίσες γωνίες, είναι ο οικονομικότερος δυνατός τρόπος να καλύψεις το επίπεδο; Kαι για τις μέλισσες, ο οικονομικός ο τρόπος κατασκευής είναι σημαντικός, γιατί τα υλικά τους προέρχονται από το σώμα τους, από το κερί που βγάζουν. Αυτό το πρόβλημα, πάρα πολύ απλό και γνωστό από την αρχαιότητα, λύθηκε πρόσφατα, μετά το πρόβλημα των τεσσάρων χρωμάτων. Και πάλι, με την βοήθεια του ηλεκτρονικού υπολογιστή

Η σύντομη εποχή των κερασιών

-Στο βιβλίο σας υπάρχει και μια μελαγχολική αίσθηση για τους έρωτες που δεν ολοκληρώνονται. Μία από τις ηρωίδες λέει ότι οι τρεις μήνες που έζησε με τον αγαπημένο της, ήταν και οι πιο ευτυχισμένοι της ζωής της. Γιατί οι έρωτες της ιστορίας σας δεν ευδοκιμούν;

«Δεν με συγκινεί, σε καμιά περίπτωση, ο λεγόμενος έρωτας χωρίς ανταπόκριση. Πιστεύω ότι τέτοιου είδους έρωτας, δεν υπάρχει. Νομίζω, ότι είναι ένας μύθος που τον χτίζει ο ένας από τους δύο, ο άτυχος, μέσα στο μυαλό του. Επομένως, δεν νιώθω καμία συμπάθεια για αυτού του είδους τους έρωτες και καμία μελαγχολία για την αποτυχία τους.

Υπάρχει, όμως , και αυτό με συγκινεί ιδιαίτερα, ο έρωτας που θα είχε κάθε λόγο να πάει καλά, γιατί είναι αμοιβαίος, αλλά οι εξωτερικοί παράγοντες δεν το επιτρέπουν. Ο πρώτος έρωτας, της Μαριγώς με το μηχανικό της, χτυπιέται από τον πόλεμο, τη μισαλλοδοξία, την πολιτική δίωξη. Το ίδιο και ο δεύτερος όπου πάλι αυτό που τον καταστρέφει είναι ο πόλεμος και ο φανατισμός.

Πιστεύω βαθιά, και ανεξάρτητα από το θέμα του έρωτα, ότι αν αφήνανε τους ανθρώπους ήσυχους θα μπορούσαν να είναι πολύ ευτυχισμένοι. Και ότι η εξουσία και τα παρεπόμενά της, είναι αυτά που καταστρέφουν τη ζωή των ανθρώπων.

Ίσως, αυτή η μελαγχολία που επισημαίνεις να είναι η μελαγχολία μου, το παράπονό μου, ένα παράπονο που το ζούνε σήμερα εντονότατα οι Έλληνες όλοι: γιατί αυτοί οι άνθρωποι που έχουν την εξουσία δεν τους αφήνουν ήσυχους».

-Σε ένα μεγάλο μέρος της ιστορίας κυριαρχεί το ελληνικό καλοκαίρι και μερικά από τα ωραιότερα τραγούδια περασμένων δεκαετιών, από το «Καλοκαίρι» του Διονύση Σαββόπουλου μέχρι γαλλικά τραγούδια των Κριστόφ, Μπρασένς, Εντίθ Πιαφ. Είναι το είδος της μουσικής που αγαπάτε περισσότερο;

«Αυτό το βιβλίο δεν ξεκίνησε σα βιβλίο, αλλά ως ραδιοφωνική εκπομπή. Ήταν η ιδέα ενός ραδιοφωνικού παραγωγού να ζητήσει από καμιά δεκαριά συγγραφείς να του γράψει ο καθένας από μια ιστορία, μέσα στην οποία να υφαίνονται εφτά τραγούδια της απολύτου επιλογής του συγγραφέα. Άρα εγώ, πρώτα σκέφτηκα τα τραγούδια, και μετά, πάνω στα τραγούδια, έχτισα την ιστορία. Ύστερα ήρθε η κρίση, ματαιώθηκε η εκπομπή, και η ιστορία έγινε βιβλίο.

Πράγματι, είναι τα τραγούδια που αγαπώ, που έχουν σημαδέψει, το καθένα με τον τρόπο του, τη ζωή μου, και που, κατά κάποιο τρόπο, αφηγούνται τη ζωή μου. Η πρώτη σκέψη που είχα, όταν μου είπαν ότι θα γράψω μια ιστορία με τραγούδια, ήταν η “Αλίν” του Κριστόφ. Είναι ένα ερωτικό τραγούδι της εποχής μου, στους ρυθμούς του οποίου πάρα πολλά ζευγάρια δημιουργήθηκαν. Κυρίως, επειδή δεν ήξεραν τα λόγια. Είναι ένα τραγούδι εγκατάλειψης, ένα απελπισμένο τραγούδι, έχει όμως τόσο γλυκιά μουσική που βοήθησε πολλά ζευγάρια να δημιουργηθούν. Έτσι ξεκίνησε το βιβλίο. Από κει και πέρα, καθώς εξελισσόταν η ιστορία μπαίνανε μέσα οι αναφορές.

Το “Καλοκαίρι” του Σαββόπουλου, το “Μια αγάπη για το καλοκαίρι” της Καίτης Χωματά, που είναι η νεανική μου αγάπη, όλα αυτά τα τραγούδια είναι ερωτικά, και το καθένα τους λέει μια ερωτική ιστορία από μια διαφορετική σκοπιά. Και αυτή σκοπιά δένει με κάποια φάση της ιστορίας. Όταν λοιπόν η Δανάη λέει ότι κατέστρεψα τη ζωή μου αυτούς τους τρεις μήνες, αλλά επειδή υπήρξαν αυτοί οι τρεις μήνες λέω πώς έζησα, νομίζω ότι το “Non… rien de rien. Non je ne regrette rien”, δεν μετανιώνω για τίποτα της Εντίθ Πιαφ, ταιριάζει πάρα πολύ καλά εκεί.

Αντίστοιχα, όταν ύστερα από αυτή την υπέροχη βδομάδα που κράτησε η σχέση του αφηγητή με την Ερνεστίν και μετά χάλασε, εκείνο το υπέροχο τραγούδι “Le temps des cerises” και η φράση “είναι τόσο σύντομη η εποχή των κερασιών”, ταιριάζει απόλυτα. Ήτανε πράγματι, τραγούδια που έχω γνωρίσει και που έχω αγαπήσει».

Η εμπειρία από την ομάδα ΘΑΛΗΣ+ΦΙΛΟΙ

-Είστε ιδρυτικός μέλος της ομάδας ΘΑΛΗΣ+ΦΙΛΟΙ. Ποια είναι η εμπειρία από την συμμετοχή σας στην ομάδα;

«Νομίζω, ότι το πιο σημαντικό πράγμα που έχω κάνει στη ζωή μου ήταν η συμμετοχή μου στην ομάδα ΘΑΛΗΣ+ΦΙΛΟΙ. Και δεν το λέω με καμία δόση υπερβολής. Είναι μια καταπληκτική πρωτοβουλία που, βεβαίως, ανήκει στον Απόστολο Δοξιάδη, την οποία μου έκανε την τιμή να μοιραστεί μαζί μου και την αγκάλιασαν, ας μου επιτραπεί κάτι που δεν είναι υπερβολή, μερικοί από τους καλύτερους Έλληνες.

Όλοι αυτοί οι άνθρωποι που τριγυρνάνε μαζί του, που πάνε στις εκδηλώσεις του, που δουλεύουν στο στήσιμο των λεσχών ανάγνωσης μαθηματικής λογοτεχνίας και όχι μόνο, από το Σουφλί μέχρι την Κρήτη και από την Λευκάδα μέχρι τη Κύπρο, είναι οι άνθρωποι που ενστερνίζονται αυτό που ονομάζω καλώς νοούμενο εθελοντισμό.

Είναι άνθρωποι που κάνουν αυτό το πράγμα, κυρίως επειδή τους αρέσει. Κυρίως, επειδή τους βοηθάει να δώσουν μια άλλη διάσταση στη ζωή τους. Είναι οι πιο πολλοί εκπαιδευτικοί. Και ξέρετε, οι εκπαιδευτικοί είναι ο αγαπημένος στόχος όλων των αποτυχημένων πολιτικών, όπως ο Πάγκαλος, ή η Αννούλα. Όλοι αυτοί, όταν θέλουν να ξεδώσουν χτυπάνε τους εκπαιδευτικούς. Θα ήθελα να τους δω να κάνουν όλα αυτά τα πράγματα που κάνουν, η Κατερίνα στη Θεσσαλονίκη, η Σταυρούλα στον Πειραιά και στο Κερατσίνι, η Μαρία στο Σουφλί. Θα ήθελα να βλέπανε, με πόσο πάθος και πόση αγάπη μαζεύουν γύρω τους παιδιά και διαβάζουν μαζί τους ένα βιβλίο. Και το κουβεντιάζουν ισότιμα. Δεν το κάνουν μόνο από αίσθηση καθήκοντος. Το κάνουν γιατί τους αρέσει.

Νομίζω ότι όλη αυτή η κίνηση γύρω από το βιβλίο, γύρω από την αφήγηση, γύρω από το επιστημονικότροπο, ας κάνω κι ένα νεολογισμό, βιβλίο, είχε κάποια σημαντική απήχηση σε πολλούς τομείς. Σε λίγες μέρες περιμένουμε την έκδοση και του πρώτου ερευνητικού βιβλίου γύρω από τα μαθηματικά και την αφήγηση. Λέγεται “Κύκλοι Διαταραγμένοι” (“Circles Disturbed”). Είναι μια έκδοση του Princeton University Press με βασικούς επιμελητές τον Απόστολο Δοξιάδη και τον Barry Mazur του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ. Αυτό το κομμάτι είναι επιστημονική έρευνα γύρω από τα μαθηματικά και την αφήγηση.

Το άλλο κομμάτι, η πρακτική δουλειά με τις λέσχες ανάγνωσης σε σχολεία, σε πολιτιστικά κέντρα, σε βιβλιοπωλεία είναι αυτό που έχει απλωθεί στην Ελλάδα. Νομίζω ότι τις εμπειρίες που έζησα και ζω μέσα από αυτή την ομάδα, δεν θα τις ξαναζήσω ποτέ».

© Copyright 2001-2012 Θαλής + Φίλοι.

designed & developed by ELEGRAD