Thales + Friends

Σώτη Τριανταφύλλου: ” Έχουμε ατομική ευθύνη για ό,τι κάνουμε”

Αναρτήθηκε σε 23 Φεβρουαρίου, 2012 κατηγορία: Συνεντεύξεις | Tags: , , , ,

Συνέντευξη στον Γιώργο Καρουζάκη

Η Σώτη Τριανταφύλλου παρατηρεί από τον υπολογιστή του σπιτιού της στη Νέα Υόρκη τα δέντρα που βλέπει έξω από το παράθυρo του σπιτιού μου στην Αθήνα. Μιλάμε μέσω Skype. “Κι εγώ έχω δέντρα, αλλά κοιτάζω τα δικά σου τώρα, τα ελληνικά”, λέει με μια υπόνοια νοσταλγίας για την Ελλάδα. Αυτή την εποχή μένει στην ανατολική άκρη του Μανχάταν, στο φτωχό Alphabet City. Oι γείτονές της φοράνε “Nike των 200 δολαρίων, έχουν i-phone, αλλά τρέφονται με junk food και έχουν προβλήματα υγείας”.

Τα απογεύματα διδάσκει αμερικανική ιστορία σε ένα Λύκειο της Νέας Υόρκης. “Είμαι αυτό που λένε emergency teacher, καθηγήτρια άμεσης ανάγκης. Είναι ένας θεσμός του Ομπάμα. Το τελευταίο εξάμηνο του Λυκείου προσλαμβάνουν αποφοίτους αμερικανικών πανεπιστημίων για να βελτιώσουν το επίπεδο των μαθητών στις τελικές εξετάσεις”.

Αφορμή της κουβέντας μας, ειδικά για τον ιστότοπο της ομάδας ΘΑΛΗΣ + ΦΙΛΟΙ, είναι το καινούργιο της βιβλίο, “Για την αγάπη της γεωμετρίας” (Εκδόσεις “Πατάκη”). Ένα απρόβλεπτο μυθιστόρημα, στο οποίο η έμμονη αγάπη της κεντρικής ηρωίδας για τη γεωμετρία και το ροκ εν ρολ συγκρούεται με τις ιδεολογικές καθηλώσεις και τις προκαταλήψεις της μεταδικτατορικής Ελλάδας.

Το μυθιστόρημά της, αν και πικρό χρονικό της νιότης, δεν χάνει εύκολα την πίστη του στην ανθρώπινη ελευθερία και δεν ενοχοποιεί τη λαχτάρα για τη ζωή.

Πως θα χαρακτηρίζατε, συνοπτικά, το βιβλίο σας;

«Είναι το χρονικό μιας αποτυχίας. Κεντρικό πρόσωπο είναι η Ανατολή, ένας άνθρωπος που συντρίβεται από όλους τους θεσμούς, έναν έναν χωριστά. Ακόμα και αυτός ο γάμος παρωδία που κάνει, τη συντρίβει. Όχι με τον τρόπο που συντρίβονται οι άνθρωποι μέσα στους γάμους· δηλαδή συναισθηματικά, όπως συμβαίνει στη φτηνή λογοτεχνία. Εκείνη αποτυγχάνει από τις προτεραιότητες που έχει αυτός ο ψευτοσύζυγος, ο οποίος είναι σταλινικός του Κομουνιστικού Κόμματος. Στην ουσία, παρ’ ότι εκείνη δε συμμετέχει σε ένα θεσμό όπως είναι το Κομουνιστικό Κόμμα της Ελλάδας, συντρίβεται από αυτόν. Οποιαδήποτε επαφή έχει με μηχανισμούς, την παραμερίζει από τον στόχο της, που είναι η επιτυχία της στα μαθηματικά, και βέβαια η ανθρώπινη ευτυχία. Πρόκειται για έναν άνθρωπο ο οποίος, αν και φαίνεται προικισμένος για να επιζήσει, είναι ένας born loser, κυριολεκτικά».

Η βασική ηρωίδα μοιάζει με ένα αλλόκοτο και απροσάρμοστο πλάσμα, παθιασμένο με τη γεωμετρία. Γιατί αγαπάει τόσο τη γεωμετρία;

«Μπορεί να το δει κανείς μεταφορικά σαν ένα πάθος για την αρμονία, τη συμμετρία, τη λογική, τη σχέση αιτίας και αποτελέσματος. Επιθυμεί σε όλους τους τομείς της καθημερινότητας και των δραστηριοτήτων της, μία, μπορούμε να πούμε, θεϊκή και εξηγήσιμη τάξη μέσα στον κόσμο. Αναζητεί την ψυχρή τελειότητα που έχουν τα μαθηματικά. Η γεωμετρία συνδέεται με τον χώρο και τα σχήματα, δεν είναι σαν την άλγεβρα που ξεδιπλώνεται σε ένα επίπεδο. Είναι για εκείνη και μια έμμονη ιδέα γύρω από τη μορφή του κόσμου, και την αναζήτηση της απόλυτης αρμονίας. Και εδώ είναι που αποτυγχάνει. Σε αυτή την αναζήτηση βρίσκεται σε διαρκή δυσαρμονία με τον κόσμο. Εξού και η απόπειρα αυτοκτονίας. Αυτό είναι για τους ανθρώπους η απόπειρα αυτοκτονίας: η απόδειξη της δυσαρμονίας. Η αυτοκτονία είναι μια ροπή προς το χάος, προς την απόλυτη διάλυση».

Η εμμονή της με τη γεωμετρία και την τάξη λειτουργεί και ως αντίβαρο στο χαοτικό και βίαιο οικογενειακό της περιβάλλον;

«Ναι, είναι και η προσπάθειά της να βάλει σε τάξη και να ελέγξει, γιατί η τάξη σχετίζεται με τον έλεγχο, μια κατάσταση που φαίνεται ανεξέλεγκτη. Όλοι, όμως, οι παράγοντες αυτής της αταξίας ηττώνται επίσης: και ο πατέρας της, και η μητέρα της που χαρακτηρίζεται διαρκώς μηδενικό, κι εδώ υπάρχει πάλι, μια αναφορά στα μαθηματικά. Αλλά και ο μικρός Τόυ, ο αδελφός της, που επιλέγει τη βουβαμάρα».

“Την ιστορία την άκουσα, κομμάτι, κομμάτι, από διάφορα πρόσωπα και, όπως συμβαίνει συνήθως, κάθε φορά ήταν αλλιώτικη. Έτσι, μπορείτε να υποθέσετε ότι δεν ξέρω τι λέω” γράφετε στην αρχή του βιβλίου σας. Υπήρξε αυτή η οικογένεια;

«Νομίζω ότι αυτό που λέμε δυσλειτουργική οικογένεια είναι ο κανόνας και όχι η εξαίρεση, χωρίς αυτό να στερεί από την οικογένεια τον προστατευτικό της ρόλο, τον ρόλο καταφυγίου, και όλα αυτά για τα οποία οι άνθρωποι συνεχίζουν να φτιάχνουν οικογένειες. Δεν είναι, όμως, μια οποιαδήποτε οικογένεια. Είναι μια πολύ συγκεκριμένη οικογένεια, διότι συνδυάζει τη μεσοαστική κοινωνική θέση με την αριστερή, δεν θα την έλεγα ακριβώς ιδεολογία, αλλά καθήλωση που υπάρχει στις ελληνικές οικογένειες μετά τον εμφύλιο πόλεμο. Εκτός από την ιδεολογική έμμονη ιδέα, και την κοινωνική θέση προστίθεται εδώ, κι ένας παράγοντας ψυχολογικός. Έχουμε δηλαδή, ανθρώπους που δεν είναι απολύτως ισορροπημένοι. Μέσα σε αυτό το κοινωνικό και ιδεολογικό περιβάλλον έχουν τρομερές συγκρούσεις εσωτερικές».

Αν και η οικογένεια του βιβλίου μοιάζει στην αρχή ισορροπημένη, όσο την πλησιάζεις καταλαβαίνεις ότι είναι φτιαγμένη με απαγορεύσεις, βία και προκαταλήψεις.

« Ήταν και είναι, ενδεχομένως, μια ελληνική πραγματικότητα η οποία άλλες φορές είχε ήπιες μορφές και άλλες φορές έπαιρνε τις μορφές της βίας και της σύγκρουσης, ανάμεσα στις αριστερές ιδέες περί ελευθερίας και στις αριστερές εφαρμογές αυτής της ιδέας περί ελευθερίας».

Η κριτική στην αριστερή ιδεολογία, η οποία είναι διάχυτη σε ολόκληρο το βιβλίο, μοιάζει τολμηρή, αφού ούτε και σήμερα είναι ευρέως αποδεκτή στον ελληνικό χώρο. Γιατί, λέτε, ότι συμβαίνει αυτό;

«Σε ό,τι με αφορά, δεν έχω αλλάξει ιδέες από πολύ νεαρή ηλικία. Έχω μια αρκετά αργή ανάπτυξη σαν άνθρωπος. Όσα γράφω στο βιβλίο, και άλλα που γράφω σε άρθρα ή που λέω δημόσια, θα μπορούσα να τα έχω γράψει και να τα έχω πει πριν από 30 χρόνια. Αλλά δεν το έκανα. Δεν το έκανα, γιατί υπήρχε γύρω μου ένα περιβάλλον ανθρώπων που είχαν επιζήσει από τον εμφύλιο πόλεμο. Δεν ήθελα ποτέ να θεωρηθώ ένα κωλόπαιδο που δε σέβεται την Ιστορία, και δεν καταλαβαίνει τις συνθήκες μέσα στις οποίες συνέβησαν αυτά που συνέβησαν. Καθώς πέρασε ο καιρός, όλοι αυτοί οι άνθρωποι έφυγαν από τη ζωή, και απελευθερώθηκα. Έτσι, μπόρεσα να πω δημόσια όσα έλεγα στον ιδιωτικό χώρο, χωρίς να αισθάνομαι ότι τσαλαπατώ τα όνειρα και τις θυσίες των ανθρώπων γύρω μας.

Θέλω να πω κάτι γενικότερο με αυτό: η ιστορική αλήθεια δεν είναι εύκολο να αρθρωθεί μέσα στις συνθήκες των ανθρώπων που την έχουν δημιουργήσει. Πρέπει να “φύγουν”, ώστε να μπορέσουμε να κρίνουμε τι έχει συμβεί. Και νομίζω ότι ορθώς έπραξα. Ευτυχώς, είχα αυτή τη στοιχειώδη σοφία να μη βγω στα εικοσιπέντε μου και να κατεδαφίσω, ας πούμε, την αριστερά. Πρώτον, δεν θα με άκουγε κανείς. Κανείς δεν ακούει έναν εικοσιπεντάρη. Και δεύτερον, πιστεύω ότι αυτή η πράξη θα είχε πολλά στοιχεία ασέβειας. Τώρα, μέσα από αυτό το βιβλίο αλλά και μέσα από ψήγματα της ομιλίας μου και των γραπτών μου, καθώς είμαι και Ιστορικός, νομίζω ότι μπορώ να μιλήσω με μεγαλύτερη ψυχραιμία για διάφορα ζητήματα που αφορούν τη χώρα και την Ιστορία μας».

Η σύγκρουση ανάμεσα στην αριστερή ιδεολογία και στο οικογενειακό ή κοινωνικό περιβάλλον ήταν και δική σας σύγκρουση;

« Ήταν η κύρια αιτία σύγκρουσης με την οικογένεια και το ευρύτερο οικογενειακό περιβάλλον. Δεν υιοθέτησα όμως αυτές τις ιδέες. Ήρθα στην Αμερική και σπούδασα, έμεινα στην Αμερική, έγινα Ιστορικός των Ηνωμένων Πολιτειών, που σημαίνει ότι δεν μπορεί να είμαι μόνο αντιαμερικανή. Δεν γίνεται να είσαι Ιστορικός των Ηνωμένων Πολιτειών και να μισείς τη χώρα! Κινήθηκα σε ένα άλλο γνωσιολογικό και ιδεολογικό επίπεδο, και αυτό δημιούργησε μια πολύ μεγάλη σύγκρουση με ανθρώπους που πίστευαν ότι τους προδίδω, ότι προδίδω τα ιδανικά τους, και τα ιδανικά με τα οποία προσπάθησαν να με μεγαλώσουν. Παρ’ όλα αυτά, νομίζω ότι έχω κρατήσει αρκετά χαμηλούς τόνους σε σχέση με αυτό που πραγματικά αισθάνομαι και πιστεύω».

Γιατί δεν μπορούμε ακόμα στην Ελλάδα να διαχειριστούμε τα γεγονότα της νεότερης ιστορία μας;

«Επειδή δεν είχαμε, σχεδόν ποτέ, επιστημονική ιστορική σκέψη. Δεν είχαμε Ιστορικούς που να ασχοληθούν σοβαρά με την ανάλυση του εμφυλίου πολέμου. Είχαμε πάλι δεξιούς, οι οποίοι εξηγούσαν τα πράγματα με ένα μονοσήμαντο τρόπο, και αριστερούς που έκαναν αυτό που κάνουν συνήθως. Ο Ισπανικός Εμφύλιος, που ήταν και περισσότερο διεθνοποιημένος, έγινε αντικείμενο σοβαρής ιστορικής ανάλυσης, και αυτό βοήθησε την συλλογική μνήμη. Γίνονται κάποιες προσπάθειες τελευταία, από τον Νίκο Μαραντζίδη και τους λεγόμενους ρεβιζιονιστές οι οποίοι νομίζω, λένε σωστά πράγματα. Αν και το αριστερό ιερατείο προσπαθεί να τους αποδυναμώσει εντελώς.

Εξάλλου, όπως όλοι ξέρουν, το ΚΚΕ δεν ανοίγει τα ιστορικά του αρχεία. Γιατί δεν τα ανοίγει; Γιατί είναι εγκληματικά. Αλλά αν δεν ανοίξουν αυτά τα αρχεία, δεν μπορούν να μπουν τα πράγματα στη θέση τους. Οι περισσότεροι άνθρωποι πιστεύουν ότι οι αντάρτες ήταν τα αθώα θύματα και ότι ο κυβερνητικός στρατός έκανε μόνο τα εγκλήματα. Δεν είναι όμως έτσι, γιατί ο πόλεμος είναι πόλεμος. Κανείς δεν στέκεται να μελετήσει το παρελθόν στην Ελλάδα. Απλώς επαναλαμβάνουμε διάφορες idées reçues, δανεικές ιδέες και προκαταλήψεις, οι οποίες κληρονομούνται από γενιά σε γενιά. Παντού υπάρχουν, βέβαια, τέτοια φαινόμενα. Δεν είμαστε πρωτότυποι σε τίποτα. Η πρωτοτυπία μας, αν υπάρχει, είναι στην ένταση με την οποία εμφανίζονται κάποια φαινόμενα».

H Ανατολή αντιμετωπίζει επίσης την καχυποψία και την κριτική επειδή είναι γυναίκα και ασχολείται με τη γεωμετρία. Υπάρχουν ακόμα τέτοιου είδους διακρίσεις;

«Διάκριση υπάρχει, αλλά από τις γυναίκες. Συχνά, οι ίδιες οι γυναίκες δεν θεωρούν τον εαυτό τους ικανό να ασχοληθεί με τις Θετικές Επιστήμες. Αρκετές προκαταλήψεις για τις γυναίκες προέρχονται από γυναίκες. Η συνταγή της επιβίωσης στον κόσμο μας είναι ότι πρέπει, πρώτα εσύ, να πιστεύεις στον εαυτό σου για να πιστέψουν και οι άλλοι σε σένα. Στη δεκαετία του ΄70, τα χρόνια που μεγαλώνει η Ανατολή, υπήρχαν τέτοιου είδους προκαταλήψεις σε εντονότερο βαθμό. Αυτό δεν σημαίνει ότι, αν το ήθελες, δεν τις ξεπερνούσες. Δεν υπάρχει τίποτε ανυπέρβλητο μέσα στην κοινωνία, το άτομο είναι πανίσχυρο. Αρκεί, βέβαια, να ασκήσει την ισχύ που έχει».

Υπάρχουν, πάντα, λόγοι για να νιώσει κάποιος αποκλεισμένος;

«Το κάνουν οι περισσότεροι άνθρωποι για να αφαιρέσουν από τον εαυτό τους την προσωπική ευθύνη. Έχουμε ατομική ευθύνη για ό,τι κάνουμε. Και οι πράξεις μας είναι μη αναστρέψιμες».

Ακόμα κι αν οι συνθήκες για ορισμένους είναι πιο δύσκολες, και πρέπει να καταβάλλουν μεγαλύτερη προσπάθεια από κάποιους άλλους για να επιτύχουν το αυτονόητο;

«Και πάλι, δεν υπάρχει καμία δικαιολογία. Για το φεμινιστικό κίνημα, θα έλεγα ότι, στο μέτρο που έχει επιτευχθεί η ισονομία, το επιχείρημα δεν υφίσταται πλέον. Οι προσπάθειες που έχουν γίνει στο Δυτικό Κόσμο για θετική διάκριση, –affirmative action– έχουν αποτύχει. Είμαστε υποχρεωμένοι να συνεχίσουμε αυτή την ιστορική διαδρομή από το σημείο που βρισκόμαστε τώρα. Πράγματι, οι γυναίκες, οι μαύροι, σε οποιαδήποτε κοινωνία, έχουν υποστεί μακραίωνη καταπίεση, αλλά ο άνθρωπος και οι κοινωνίες έχουν το μηχανισμό και τη δυναμική να τρέχουν μπροστά. Μέσα σε δύο γενιές μπορεί να ισοφαριστεί το κενό που έχει συσσωρευτεί επί χιλιετηρίδες».

Μόνο που πρέπει να ζεις στη Δύση και όχι, για παράδειγμα, σε ένα θεοκρατικό καθεστώς.

«Η προϋπόθεση είναι η ισονομία. Πρέπει οπωσδήποτε να κατακτηθεί για να μπορέσουμε να μιλάμε με αυτούς τους όρους. Αλλά στη Δύση η ισονομία έχει κατακτηθεί. Μόλις προσφάτως είναι αλήθεια, πριν από τριάντα χρόνια. Και όχι όπως έπρεπε να έχει κατακτηθεί. Αλλά έχει κατακτηθεί. Από εκεί και πέρα, η ισονομία χρειάζεται εμπλουτισμό κοινωνικό. Και για να υπάρξει αυτός ο εμπλουτισμός απαιτείται καθημερινή επαγρύπνηση».

Στη Γαλλία, τη χώρα που, επίσης, ζείτε αρκετό καιρό έχει ξεσπάσει και η συζήτηση με το φόβο ότι οι προκαταλήψεις και οι πεποιθήσεις αρκετών μεταναστών απειλούν ορισμένες δημοκρατικές κατακτήσεις. Θεωρείτε βάσιμο αυτό το φόβο;

«Κατά τη γνώμη μου όλη αυτή η συζήτηση γίνεται χωρίς λόγο. Όταν εγώ πάω στο Χαρτούμ, το Σουδάν μου επιβάλλει να κυκλοφορώ στο δρόμο με ένα σεντόνι, με ένα πέπλο, και το σέβομαι. Διότι δεν μπορώ να κυκλοφορώ με το blue Jean γιατί θα με συλλάβουν. Κι αν δε με συλλάβουν, δεν θέλω να προκαλώ. Φιλοξενούμαι και θέλω να είμαι εντάξει μαζί τους. Το ίδιο, και ακόμα περισσότερο, πρέπει να κάνουν οι μετανάστες, οι οποίοι φιλοξενούνται, ψάχνουν δουλειά, άσυλο σε χώρες που έχουν γίνει αγώνες, αιματηροί και επώδυνοι, για να κατακτηθούν τα ανθρώπινα δικαιώματα.

Τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι οικουμενικά, είναι εγγεγραμμένα στο Χάρτη του ΟΗΕ από το 1948, και δεν νομίζω ότι μπορεί να υπάρξει καμία συζήτηση γύρω από το τι είναι ανθρώπινο δικαίωμα. Είναι κάτι που έχει κατακτηθεί στην ανθρωπότητα. Τώρα, αν έχει κατακτηθεί στη Δύση, μπράβο μας, ας το γιορτάσουμε, αλλά όποιος έρχεται στη Δύση θα πρέπει να σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα. Αλλιώς να μην έρθει. Όπως εμείς δεν έχουμε δικαίωμα να τα επιβάλουμε, παρά μόνο να τα ζητάμε για τις άλλες χώρες, έτσι δεν μπορούν να έρχονται μετανάστες στη Δύση και να κάνουν αυτά που κάνουν: λιθοβολισμούς γυναικών και απίστων. Είναι γεγονότα που έχουν συμβεί ακόμα και στη Σουηδία, τη Δανία, και τη Γερμανία.

Έρχεσαι στη Γαλλία; H Γαλλία έχει ορισμένους νόμους. Ένας από τους νόμους της είναι να φαίνεται το πρόσωπο σου για λόγους ασφαλείας. Είναι νόμος και δεν μπορείς να μην τον σέβεσαι. Εγώ ζω στη Γαλλία τριανταένα χρόνια τώρα. Είμαι πιο συνεσταλμένη εκεί, από ότι είμαι στην Ελλάδα. Ακόμα κι αν ένας σερβιτόρος μου φερθεί με αγένεια, δεν αντιδρώ με τον ίδιο τρόπο που αντιδρώ στην Ελλάδα. Δεν έχω πάει στη Γαλλία για να τους βρίσω. Με φιλοξενούν, υπάρχει ένα άτυπο συμβόλαιο ανάμεσα μας, και αυτό μου δημιουργεί μια συστολή».

Ζείτε μεταξύ Νέας Υόρκης, Αθήνας και Παρισιού. Η απόσταση βοηθάει να δείτε την Ελλάδα διαφορετικά;

«Όταν βρίσκομαι στην Ελλάδα είμαι κάπως πιο θυμωμένη, έχω την ανάγκη να απομονώνομαι, να μην ασχολούμαι με τα ελληνικά πράγματα όσο ασχολούμαι όταν λείπω. Το 2004, που ζούσα στη Νέα Υόρκη, έγραψα ένα βιβλιαράκι με τον τίτλο «Φυγή», το οποίο διαδραματιζόταν στη Φωκίδα του 1950. Μπορούσα να δω την Ελλάδα πιο ψύχραιμα και μέσα από τα μάτια των κατοίκων της χώρας που βρισκόμουν. Εμπλουτίζεται το βλέμμα.

Επειδή, όμως, η παιδική μας ηλικία είναι κάτι αναντικατάστατο, πάντα θα υπάρχει η επιστροφή στην Ελλάδα. Στην αρχή είναι πάρα πολύ ευχάριστη, γιατί υπάρχει το συναισθηματικό φορτίο, το οποίο αρχίζει πάλι να γίνεται φόρτωμα βαρύ. Με ξάφνιαζε πάντα η Μελίνα Μερκούρη που δήλωνε: “Είμαι Ελληνίδα”. Σε ότι με αφορά, δεν νιώθω τη ανάγκη να κάνω την οποιαδήποτε δήλωση. Και βέβαια είμαι Ελληνίδα. Τι άλλο θα μπορούσα να είμαι; Γεννήθηκα στη Φωκίωνος Νέγρη. Τα ελληνικά είναι η πατρική μου γλώσσα, γιατί τα έμαθα από τον πατέρα μου. Δεν τίθεται κανένα ζήτημα ταυτότητας».

Πώς φαίνεται η ελληνική κρίση από μακριά;

«Δεν έχω ούτε την πείρα, ούτε τις γνώσεις να προσεγγίσω την οικονομική κρίση της Ελλάδας, κάτι μου διαφεύγει. Αυτό που θα επαναλάβω είναι ότι κάθε λογικός άνθρωπος που παρατηρούσε το στυλ της ζωής στην Ελλάδα τα τελευταία είκοσι χρόνια, δεν εξεπλάγη με αυτό που συνέβη. Δεν θα μπορούσε να συνεχιστεί αυτός ο νεοπλουτισμός, ο καταναλωτισμός και το βασίλειο της αστακομακαρονάδας».

Είχατε ενδώσει σε κάποια μορφή καταναλωτισμού;

«Καθόλου. Είμαι ένας άνθρωπος που δουλεύω από 18 χρονών. Είμαι πάντα ο περίγελος, workaholic, το κορόιδο ας το πούμε. Όταν ήμουν νεότερη είχα πέσει θύμα μεγάλης εκμετάλλευσης στο χώρο της εργασίας. Είμαι ένας άνθρωπος τελείως αυτοδημιούργητος, και δεν έχω καμιά ενοχή απέναντι σε αυτό που συνέβη. Δεν έκλεψα το κράτος, γιατί φοβάμαι τους νόμους. Και είμαι νομοταγής, με τον τρόπο που είναι νομοταγής ένας προτεστάντης. Τα φαινόμενα της υπερβολικής αυτοπεποίθησης, οικονομικής και άλλης, μου δημιουργούσαν, συχνά, συγκρούσεις. Αλλά κανείς δεν με έπαιρνε στα σοβαρά. Δεν παίρνεις στα σοβαρά έναν άνθρωπο που θεωρείται Κασσάνδρα».

Η Νέα Υόρκη βρίσκεται σε καλή στιγμή;

«Βρίσκεται σε μια μάλλον καλή κατάσταση, την έχω δει σε πολύ πιο δύσκολη, τη δεκαετία του ΄80 όπου ορισμένες γειτονιές, τις οποίες λέγαμε γκέτο, ήταν σαν βομβαρδισμένες. Την έχω δει και σε λίγο καλύτερη κατάσταση, στη δεύτερη τετραετία του Κλίντον, λόγω συγκυρίας και όχι λόγω του Κλίντον. Εγώ ζω σε μια λαϊκή γειτονιά, στο Μανχάταν αλλά στην ανατολική άκρη του, στο λεγόμενο Alphabet City. Η γειτονιά είναι λαϊκή και έρχομαι σε επαφή με μια φτώχεια αξιοπρεπής, αλλά φτώχεια αμερικανικού τύπου. Έχουν, για παράδειγμα, i phone και φοράνε Nike των 200 δολαρίων, αλλά τρώνε junk food. Υπάρχει μια μορφή εξαθλίωσης που σχετίζεται με την υγεία. Επειδή το σύστημα υγείας δεν είναι αυτό που θα έπρεπε να είναι, οι περισσότεροι φτωχοί έχουν κάποιο εμφανές πρόβλημα υγείας: κουτσαίνουν, έχουν πρόβλημα με τα μάτια τους, με τα δόντια τους ή είναι παχύσαρκοι. Υπάρχει μέριμνα για τους φτωχούς, αλλά η παροχή είναι πολύ χαμηλή. ‘Έτσι, βλέπεις πολλά άτομα να βρίσκονται σε μια τρίτη κατάσταση, ανάμεσα στην υγεία και την αρρώστια. Tα πράγματα δεν είναι ειδυλλιακά, απλώς δεν υπάρχει κάτι το επείγον ή κάτι θεαματικό και επιτακτικό, όπως συμβαίνει αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα. Είναι μια δεδομένη κατάσταση».

Πώς είδατε το κίνημα Occupy Wall Street;

«Mου φάνηκε πολύ ενδιαφέρον κίνημα, αν και το σύστημα είναι πανίσχυρο στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η αντίδραση στο κίνημα υποστηρίζεται και από τα λαϊκά στρώματα. Αρκετοί το θεωρούν λίγο και σαν μια μορφή ζητιανιάς».

Πώς είναι η καθημερινότητά σας στη Νέα Υόρκη ;

«Δουλεύω σε ένα Λύκειο. Είμαι αυτό που λένε emergency teacher, καθηγήτρια άμεσης ανάγκης. Είναι ένας θεσμός του Ομπάμα. Το τελευταίο εξάμηνο του Λυκείου προσλαμβάνουν αποφοίτους αμερικανικών πανεπιστημίων, για να βελτιώσουν το επίπεδο των μαθητών στις τελικές εξετάσεις. Στο σχολείο που δουλεύω έχουμε 30% επιτυχία στις εξετάσεις, άρα 70% αποτυχία, και για αυτό σύντομα θα κλείσει. Διδάσκω αμερικανική ιστορία σε παιδιά που έχουν φτάσει στην τελευταία τάξη του Λυκείου, χωρίς να ξέρουν βασικά πράγματα, όπως ορθογραφία, γραμματική, λεξιλόγιο ή ότι δεν μπαίνουμε στην τάξη με το ποδήλατο».

Βγαίνετε στην πόλη;

«Πηγαίνω πολύ στο θέατρο, σε συναυλίες διαφόρων που έχουν φτάσει σε βαθιά γεράματα και θα πεθάνουν σε λίγο… Αν δεν πάω εγώ ποιος θα πάει; Είδα πρόσφατα τους Υardbirds, θα πάω στην Αρίθα Φράνκλιν, που και αυτή δεν είναι καλά τελευταία. Τους αποχαιρετώ, αλλά όλο εδώ είναι. Η ζωή στην Νέα Υόρκη είναι πολύ ευχάριστη, ο δημόσιος χώρος έχει μεγάλο ενδιαφέρον.

Το καλοκαίρι σκέφτομαι να έρθω στην Ελλάδα για διακοπές, θα μείνω μέχρι το σημείο που θα αρχίσει να με βαραίνει, και θα γυρίσω στο Παρίσι».

© Copyright 2001-2012 Θαλής + Φίλοι.

designed & developed by ELEGRAD